Το Κυρίαρχο Έργο του Πλοιάρχου στις Θαλάσσιες Μεταφορές
Θεσμικό και Νομικό Πλαίσιο
— Νόμος 5020 / 2023 - ΦΕΚ Α’29/15-2-2023 "Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου και άλλες επείγουσες διατάξεις του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής"
Οι βασικοί άξονες και το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης του νέου ΚΙΝΔ
• Διευρύνεται η νομική έννοια του πλοίου ώστε να προσεγγίσει την τεχνική έννοια και να αποφευχθούν γκρίζες ζώνες. Πέραν από τη νομική σαφήνεια ως προς την υποχρεωτική δημοσιότητα στα αντίστοιχα βιβλία, το σημαντικότερο είναι ότι ενοποιείται η έννοια των πλοίων και των σκαφών, διασφαλίζοντας επί παραδείγματι ότι σε οιοδήποτε ναυτικό ατύχημα οι κανόνες για την ευθύνη, ασφάλιση και αποζημίωση είναι σαφείς.
• Οριοθετείται θετικά η μεγάλη ομάδα των στατικών ναυπηγημάτων π.χ. FSRU, πλωτές αποθήκες, γερανοί, πλατφόρμες κ.λ.π, που εμφανίζουν πλέον τεράστιο οικονομικό, επιχειρηματικό και εθνικό ενδιαφέρον, ιδίως εξ απόψεως ενεργειακής ασφάλειας και επάρκειας και αποσαφηνίζονται οι κανόνες που τυγχάνουν εφαρμογής σε αυτά.
• Προβλέπεται πλέον η δυνατότητα ηλεκτρονικής λειτουργίας του νηολογίου, της αντίστοιχης τήρησης εγγράφων και της ψηφιακής έκδοσης πιστοποιητικών. Η παρέμβαση αυτή κινείται παράλληλα με ένα μεγάλο έργο ψηφιοποίησης που έχει ήδη προκηρυχθεί από την Κοινωνία της Πληροφορίας για την εκπλήρωση αναγκαίων τεχνικών απαιτήσεων.
• Ενοποιείται η ρύθμιση των εμπράγματων εξασφαλίσεων επί πλοίου, ιδίως με την ενιαία ρύθμιση προτιμώμενης και απλής ναυτικής υποθήκης.
• Αποσαφηνίζεται το καθεστώς ευθύνης του πλοιοκτήτη και του εφοπλιστή και συντονίζεται πλέον ρητά με τα ειδικά καθεστώτα ευθύνης που έχουν εισαχθεί μέσω διεθνών συμβάσεων, όπως η ευθύνη για ρύπανση από πετρέλαιο ή για ρύπανση από τα καύσιμα του πλοίου. Η παρέμβαση αυτή κρίνεται γιατί η δραστηριότητα της ελληνικής ναυτιλίας και των θαλασσίων δραστηριοτήτων υπακούει μεν στα υψηλότερα διεθνή standards ασφαλείας και προστασίας του περιβάλλοντος, πλην όμως η κοινωνία πρέπει να είναι απόλυτα θωρακισμένη απέναντι στο απευκταίο ενδεχόμενο ενός μικρού ή μεγαλύτερου ναυτικού ατυχήματος.
• Αναγνωρίζεται νομοθετικά η δραστηριότητα της διαχείρισης πλοίων και ρυθμίζεται η σχέση πλοιοκτήτη και διαχειριστή, με τεράστια οργανωτική, οικονομική και αντίστοιχα νομική σημασία για την ελληνική ναυτιλία και την παρουσία της στην Πατρίδα μας.
• Αναμορφώνεται ριζικά η ρύθμιση των δύο βασικών συμβάσεων εκμετάλλευσης του πλοίου, ναύλωσης και θαλάσσιας μεταφοράς πραγμάτων, με διακριτούς πλέον κανόνες, αντί της ενιαίας ασαφούς και εν πολλοίς συγχυτικής ισχύουσας ρύθμισης.
• Η θαλάσσια μεταφορά πραγμάτων ενοποιείται, όπως απαιτείτο άλλωστε, με βάση τους διεθνείς αναγκαστικούς Κανόνες Χάγης Βίσμπυ, τους οποίους έχει κυρώσει η Ελλάδα από το 1992. Παράλληλα, αναγνωρίζονται νομοθετικά κι άλλα έγγραφα μεταφοράς, που χρησιμοποιούνται στη ναυτιλιακή πρακτική / πλην της φορτωτικής, σε φυσική και ηλεκτρονική μορφή.
• Πλήρης αναμόρφωση του καθεστώτος θαλάσσιας μεταφοράς, με σημείο αναφοράς τους διεθνώς ομοιόμορφους κανόνες δικαίου, και συγκεκριμένα τη Διεθνή Συνθήκη των Αθηνών του 2002 και τους αντίστοιχους ενωσιακούς κανόνες που περιέχονται στον Κανονισμό 392/2009, οι οποίοι εφαρμόζονται πλέον σε όλες τις κατηγορίες πλοίων.
• Οι κίνδυνοι της θαλάσσιας αποστολής / θαλάσσια αρωγή, σύγκρουση, κοινή αβαρία, ρυθμίζονται πλέον ενιαία, με σκοπό την επίτευξη του μέγιστου δυνατού συντονισμού προς τους αντίστοιχους διεθνείς κανόνες.
• Ουσιώδεις αλλαγές επέρχονται στο σύστημα του συνολικού περιορισμού της ευθύνης για ναυτικές απαιτήσεις, οι ουσιαστικές διατάξεις καλύπτονται από τη Δ.Σ. Σύμβαση Λονδίνου 1976/1996 (LLMC) και τα ειδικά καθεστώτα ευθύνης για ρύπανση, όπου αυτά τυγχάνουν εφαρμογής, ενώ οικοδομείται εξαρχής ο δικονομικός μηχανισμός υλοποίησης του περιορισμού, με στόχους την διαφάνεια, ασφάλεια δικαίου και την ταχύτητα στην εκκαθάριση των απαιτήσεων.
• Ρύθμιση της θαλάσσιας ασφάλισης, που στην ουσία είχε περιπέσει σε αχρησία, αναμορφώνεται επίσης ριζικά, με προβάδισμα στη συμβατική ελευθερία και εναρμόνιση με τη διεθνή συναλλακτική πρακτική.
• Συντονίζονται οι διατάξεις περί αναγκαστικής κατάσχεσης επί πλοίων με αυτές του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ενώ εισάγονται ειδικές ρυθμίσεις που ανταποκρίνονται στα ειδικά χαρακτηριστικά του πλοίου ως εξειδικευμένου περιουσιακού στοιχείου.
— Νομοθετικό Διάταγμα 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου»/ΦΕΚ Α΄ 261/3.10.1973/Διαθέτει συγκεκριμένα άρθρα που αφορούν τις δικαιοδοσίες και τις αρμοδιότητες ενός Πλοιάρχου. Μεταξύ άλλων τα άρθρα αφορούν την Εθνικότητα πλοίου (άρθ. 20), την Καταμέτρηση χωρητικότητας (άρθ. 21 -30), την Ασφάλεια πλοίων (άρθ. 31-45), τις Γραμμές φόρτωσης (άρθ. 38), τα Ναυτιλιακά έγγραφα πλοίων (άρθ. 46-54), το Βιβλίο πετρελαίου (άρθ. 52), το Προσωπικό των πλοίων και βοηθητικών ναυπηγημάτων (άρθ. 55-64), την Πλοήγηση (άρθ. 181-187), την Ρυμούλκηση και επιθαλάσσιος αρωγή (άρθ. 188-189) κ.ο.κ. / Μεταβολή ορισμένων διατάξεων του ΚΔΝΔ / Ν. 457/1976 / Τελευταία μεταβολή του ΚΔΝΔ / Π.Δ. 130/2007 - ΦΕΚ Α' 169/30.7.2007.
— Νόμος 3816/1958 "Περί κυρώσεως του Κώδικος Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου" / ΦΕΚ 32/ τ. Α’/ Τέθηκε σε ισχύ: 08.08.1958 / Διέθετε συνολικά δεκαπέντε τίτλους, εκ των οποίων ο πρώτος τιτλοφορείται « Περί πλοίων και πλοιοκτησίας», ο τρίτος « Περί πλοιάρχου» , ο τέταρτος «Περί πληρώματος» και αφορούν καθεαυτό το παρόν κεφάλαιο. Το Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο ρυθμίζει τις δικαιοπρακτικές σχέσεις και τις αστικές ευθύνες από την κυριότητα ή την εκμετάλλευση του πλοίου ή του πλωτού ναυπηγήματος και από την άσκηση της ναυτικής εμπορίας.
Σε ότι αφορά την επιβολή μέτρων ασφαλείας και την τιμωρία εγκλημάτων και παραβάσεων που διετέλεσε ένας Πλοίαρχος, παραβιάζοντας ισχύοντες νόμους και διεθνείς συμβάσεις, τότε γίνεται παραπομπή σε άρθρα του Ποινικού Κώδικα, όπως για παράδειγμα στο άρθρο 13 παρ. 3 που αφορά την τήρηση των Ναυτιλιακών εγγράφων από τον Πλοίαρχο. Υπόλοιπες διατάξεις που σχετίζονται τη δικαιοδοσία του Πλοιάρχου αναφέρονται σε Προεδρικά Διατάγματα και Νόμους / Μεταβολή του ΚΙΝΔ: Ν. 1711/1987 - ΦΕΚ Α' 109/30.6.1987.
Υποχρεώσεις Πλοιάρχου που αφορούν την ασφάλεια και υγεία
— Π.Δ. 49/2011 (ΦΕΚ 114/Β` 20.5.2011) Τροποποίηση και συμπλήρωση του π.δ 281/1996 «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας κατά την εργασία στα αλιευτικά σκάφη σύμφωνα με την οδηγία 93/103/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1993» (198/Α) — Π.Δ. 281/1996 (ΦΕΚ 198/Α` 27.8.1996) « Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας κατά την εργασία στα αλιευτικά σκάφη σύμφωνα με την οδηγία 93/103/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1993» — Π.Δ. 376/1995 (ΦΕΚ 206/Α` 5.10.1995) « Ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας για την προώθηση βελτιωμένης ιατρικής περίθαλψης στα πλοία, σύμφωνα με την οδηγία 92/29/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου» — Π.Δ. 346/1994 (ΦΕΚ 183/Α` 31.10.1994) « Αναφορές των πλοίων που καταπλέουν σε ή αποπλέουν από Ελληνικούς λιμένες και μεταφέρουν επικίνδυνα ή ρυπογόνα φορτία σύμφωνα με την οδηγία 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 1993»
Ορισμός
«Ο Πλοίαρχος είναι ο κυβερνήτης των εμπορικών ή ακτοπλοϊκών σκαφών και ταυτόχρονα ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη στο πλοίο. Είναι ο κύριος υπεύθυνος για την ασφάλεια του πλοίου, του πληρώματος, του φορτίου των επιβατών αλλά και την προστασία του Θαλασσίου περιβάλλοντος».
Ο Πλοίαρχος σύμφωνα με το άρθρο 61 του ΚΙΝΔ διορίζεται από τον εφοπλιστή, αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία.
Ο ορισμός που δίνεται σύμφωνα με το άρθρο 104 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου είναι πως ο Πλοίαρχος «έχει την διοίκηση του πλοίου» καθώς και πολλές άλλες αρμοδιότητες όπως:
• Χαράζει την πορεία του πλοίου και παρακολουθεί την ταχύτητά του
• Κάνει τους απαραίτητους ελιγμούς
• Έχει τη γενική ευθύνη για τον ανεφοδιασμό του πλοίου
• Κρατάει το ημερολόγιο του πλοίου
• Κάνει τον αναγκαίο προγραμματισμό
• Κατευθύνει και οργανώνει την εργασία όλων των μελών του πληρώματος
• Έχει ευθύνη για την παροχή ιατρικής βοήθειας σε μέλη του πληρώματος ή σε επιβάτες σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης
• Προετοιμάζει το σχέδιο φόρτωσης και εκφόρτωσης του πλοίου
• Επιβλέπει τις αντίστοιχες διαδικασίες και φροντίζει για την ασφάλεια των εμπορευμάτων
• Κάνει τις απαραίτητες συνεννοήσεις με τις Λιμενικές Αρχές και τους φορτωτές, καθώς και τις διαπραγματεύσεις με τους παραλήπτες του φορτίου που μεταφέρει
• Έχει απόλυτη εξουσία όσον αφορά στη διοίκηση αλλά και σε νομικά θέματα
• Υπεύθυνος για την πληρωμή των μισθών του πληρώματος και για τη σύνταξη αναφορών και εκθέσεων που απαιτούνται από τις αρχές ή τη ναυτιλιακή επιχείρηση
Πιστοποίηση ικανοτήτων Πλοιάρχου
Κατηγορίες γνώσεων, στις οποίες πρέπει να εξετασθεί με επιτυχία ο Πλοίαρχος για να λάβει το πιστοποιητικό ικανότητας και καταλληλότητας, όπως καθορίζονται στο προσάρτημα του κανονισμού ΙΙ/2 του Παραρτήματος της Σύμβασης STCW, που κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον νόμο 1314/1983:
• Ναυσιπλοΐα με οποιεσδήποτε συνθήκες και προσδιορισμός στίγματος, ακόμη και με ουράνιες παρατηρήσεις
• Αποδεδειγμένη γνώση των διεθνών κανονισμών που αφορούν στην ασφαλή ναυσιπλοΐα και στην αποφυγή συγκρούσεων στη θάλασσα
• Χρήση συσκευής ραντάρ και πυξίδας
• Γνώση μετεωρολογίας και ωκεανογραφίας προς κατανόηση χαρτών και πρόβλεψη του καιρού σε κάθε θαλάσσια περιοχή
• Ελιγμοί και χειρισμοί πλοίου με οποιεσδήποτε συνθήκες
• Θεμελιώδεις αρχές ναυπήγησης, παράγοντες που επηρεάζουν την ευστάθεια του πλοίου και μέτρα προς αποκατάστασή της
• Γνώση φόρτωσης και στοιβασίας φορτίων, ακόμα και επικίνδυνων, και ερματισμού
• Αρχές λειτουργίας των μηχανών της θάλασσας και των βοηθητικών μηχανημάτων
• Πρόληψη πυρκαγιάς και μέσα πυρόσβεσης
• Τρόποι και διαδικασίες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών, όπως η προσάραξη, η επανάπλευση, η σύγκρουση, η διαρροή καυσίμων, η εγκατάλειψη πλοίου, η διάσωση προσώπων στη θάλασσα
• Γνώσεις ιατρικής μέριμνας
• Γνώσεις ναυτικού δικαίου, ιδίως όσον αφορά τα τηρούμενα ναυτιλιακά έγγραφα, τα καθήκοντα του πλοιάρχου και τις ευθύνες του από όπου κι αν πηγάζουν
• Γνώσεις διοίκησης του πλοίου και εκπαίδευσης του πληρώματος
• Εκπομπή και λήψη μηνυμάτων με αναλαμπές και ραδιοτηλεγραφικές επικοινωνίες
• Γνώση των κανονισμών περί σωστικών μέσων και οργάνωση γυμνασίων προς χρήση τους
Επιπλέον, στο Παράρτημα της Σύμβασης ορίζεται ότι οι πλοίαρχοι των δεξαμενόπλοιων που μεταφέρουν πετρέλαιο, υγραέριο ή χημικά, οι οποίοι έχουν άμεση ευθύνη για τη φόρτωση, εκφόρτωση, μεταφορά και χειρισμό του φορτίου, υποχρεούνται να έχουν πείρα κατάλληλη για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών που αποκτάται με υπηρεσία σε ανάλογα πλοία και να έχουν παρακολουθήσει προγράμματα ειδικής εκπαίδευσης που θα περιλαμβάνουν τρόπους ορθού χειρισμού του φορτίου και αντιμετώπιση κινδύνων από αυτό, μέτρα ασφάλειας και εξαερισμού για τέτοια πλοία, ελέγχου και πρόληψης της ρύπανσης και γνώση των υποχρεώσεων και των ευθυνών που προκύπτουν από τη μεταφορά τέτοιων φορτίων βάσει νόμων, κανονισμών και Συμβάσεων.
Περαιτέρω, στον κανονισμό V/2 του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 2012/35 ορίζεται ότι, σύμφωνα με το τμήμα Α- V/2 του Κώδικα STCW οι Πλοίαρχοι των επιβατηγών πλοίων θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει εγκεκριμένη εκπαίδευση στη διαχείριση κρίσεων και στην ανθρώπινη συμπεριφορά, ώστε να είναι σε θέση να βοηθήσουν πλήθος επιβατών σε κατάσταση ανάγκης, όπως έχουν καθήκον. Ακόμη, όσοι υπηρετούν σε πλοία τύπου ro-ro θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει ειδική εκπαίδευση σχετική με την ασφάλεια των επιβατών και του φορτίου και την ακεραιότητα του πλοίου.
Σύμβαση ναυτολόγησης Πλοιάρχου
Το περιεχόμενο της σύμβασης ναυτολόγησης καθορίζεται από το άρθρο 168 ΚΙΝΔ. Η σύμβαση ναυτολογούμενου Πλοιάρχου ναυτολόγησης περιέχει, εκτός από την ημερομηνία και τον τόπο κατάρτισής της, τα ακόλουθα στοιχεία:
• Το πλήρες όνομα του, τον τόπο και τον χρόνο της γέννησής του
• Το πλήρες όνομα και τη διεύθυνση του πλοιοκτήτη ή του νόμιμου αντιπροσώπου του
• Το όνομα του πλοίου, τον τύπο και τον αριθμό νηολογίου, τη χωρητικότητα, το διεθνές διακριτικό σήμα, τον διακριτικό αριθμό του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού
• Την ειδικότητα, με την οποία ναυτολογείται, και το κατεχόμενο αποδεικτικό ναυτικής ικανότητας
• Το ποσό του μισθού του Πλοιάρχου και τον τύπο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του
• Τον χρόνο της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών ή αναλόγως, όταν έχει εφαρμογή, τον τύπο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της
• Τον χρόνο διάρκειας της σύμβασης και τις προϋποθέσεις καταγγελίας αυτής
• Τις παροχές υγείας και κοινωνικής προστασίας του πλοιοκτήτη προς τον Πλοίαρχο
• Ρητή πρόβλεψη περί του δικαιώματος παλιννόστησης του Πλοιάρχου συμπεριλαμβανομένου του τόπου παλιννόστησης.
• Την εφαρμοζόμενη συλλογική σύμβαση εργασίας, καθώς και τυχόν επιπρόσθετους, συμφωνηθέντες από τα συμβαλλόμενα μέρη, όρους
• Ρητή πρόβλεψη περί της επίλυσης των διαφορών που τυχόν προκύπτουν από τη σύμβαση ναυτολόγησης
Δικαιώματα Πλοιάρχου
Η Διεθνής Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας του 2006, η οποία, όπως αναφέρθηκε ήδη, έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με τον νόμο 4078/2012, ορίζει στο άρθρο IV ότι κάθε ναυτικός έχει δικαίωμα σε έναν ασφαλή και προστατευμένο από έκνομες ενέργειες χώρο εργασίας, σε δίκαιους όρους απασχόλησης, σε αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου, καθώς και στην προστασία της υγείας του, σε ιατρική περίθαλψη, σε μέτρα ευημερίας και σε άλλες μορφές κοινωνικής προστασίας. Με βάση τη σύμβαση ναυτολόγησής του ο πλοίαρχος εκτός των υποχρεώσεων, έχει και ορισμένα δικαιώματα. Πολλά από αυτά προσήκουν στον πλοίαρχο όχι υπό την ιδιότητά του ως πλοιάρχου, αλλά απλώς και μόνο επειδή είναι ναυτικός. Γι’ αυτό και τα ίδια δικαιώματα τα απολαμβάνουν όλα τα μέλη του πληρώματος. όσο διαρκεί η σύμβαση ναυτολόγησης.
— Μισθός:Το κυριότερο από αυτά τα δικαιώματα είναι το δικαίωμα του πλοιάρχου να λαμβάνει μισθό, ο οποίος αποτελεί το αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες που προσφέρει. Ρυθμίσεις για τον μισθό περιέχει ο ΚΙΝΔ στα άρθρα 182-183-184, καθώς και οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ανάλογα με την κατηγορία των πλοίων, όπου εργάζεται ο πλοίαρχος. Συμπληρωματικά, εφαρμογής μπορούν να τύχουν οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τη μίσθωση εργασίας. Το δικαίωμα για μισθό αρχίζει να υφίσταται μόλις καταρτισθεί η σύμβαση ναυτολόγησης, όπως φαίνεται από τα οριζόμενα στο άρθρο 168 ΚΙΝΔ. Μπορεί, όμως, να υπάρχει και διαφορετική πρόβλεψη στη σύμβαση ή σε τυχόν υπάρχουσα συλλογική σύμβαση εργασίας. Η αξίωση για μισθό παύει οριστικά, όταν λύεται η σύμβαση ναυτολόγησης του πλοιάρχου.
— Πρόσθετες παροχές: Εκτός από τον μισθό, ο πλοίαρχος έχει και δικαίωμα για πρόσθετες παροχές, όπως διατροφή, ενδιαίτηση, επαγγελματικό ιματισμό και ορισμένα είδη απαραίτητα για τη διαβίωση στο πλοίο /σκεπάσματα, σκεύη. Η διατροφή, όπως προαναφέρθηκε, θεωρείται μέρος του μισθού και τακτική προσαύξησή του. Αντίθετα, οι υπόλοιπες σε είδος παροχές δεν θεωρούνται επαύξηση του μισθού, γιατί αποτελούν τα μέσα για την εκτέλεση της υπηρεσίας στο πλοίο. Άλλωστε, δίνονται μόνο προς χρήση και ο πλοίαρχος και τα μέλη του πληρώματος υποχρεούνται να τα διατηρούν σε καλή κατάσταση και να τα επιστρέψουν μετά τη λήξη της σύμβασης ναυτολόγησης.
— Αποζημίωση για απώλεια προσωπικών αντικειμένων: Σύμφωνα με όσα ορίζει το άρθρο 184 παρ. 2 ΚΙΝΔ, ο Πλοίαρχος και κάθε ναυτικός δικαιούται εύλογη αποζημίωση για την απώλεια αντικειμένων της προσωπικής ή επαγγελματικής του χρήσης από ναυάγιο, πυρκαγιά ή άλλο παρεμφερές γεγονός. Το δικαίωμα αυτό θεωρείται ειδική εκδήλωση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας του θαλάσσιου επιχειρηματία ως εργοδότη. Καλύπτει μόνο πράγματα που ανήκουν στον ναυτικό, όχι αυτά που του παρέχει ο θαλάσσιος επιχειρηματίας προς χρήση κατά τη διαβίωσή του στο πλοίο. Μάλιστα, δεν επεκτείνεται σε πράγματα που ο ναυτικός χρησιμοποιεί πέρα από τις συνήθεις ανάγκες του, όπως π.χ. σε πολυτελή αντικείμενα. Η απώλεια μπορεί να οφείλεται σε ναυάγιο, πυρκαγιά ή άλλο παρεμφερές γεγονός. Τέτοιο θα μπορούσε να είναι ένα «θαλάσσιο συμβεβηκός» κακοκαιρία, θαλασσοταραχή. Το δικαίωμα αποζημίωσης παρέχεται σε κάθε μέλος του πληρώματος με την ευρεία έννοια, ανεξάρτητα από πταίσμα του πλοιάρχου ή του θαλάσσιου επιχειρηματία για την απώλεια και ανεξάρτητα από το αν αυτή συμβαίνει ενώ το πλοίο ταξιδεύει ή βρίσκεται σε λιμάνι. Κατά μία άποψη, βέβαια, ο πλοίαρχος δεν θα δικαιούται την αποζημίωση αυτήν, αν το ναυάγιο προκλήθηκε αποκλειστικά από υπαιτιότητά του / βαρεία αμέλεια. Κατά τον νόμο η αποζημίωση πρέπει να είναι εύλογη. Η αόριστη και ασαφής αυτή πρόβλεψη δημιουργεί αρκετές αμφισβητήσεις, τις οποίες καλείται να λύσει το δικαστήριο.
— Ωράριο εργασίας: Σύμφωνα με το άρθρο 96 ΚΔΝΔ, τα ανώτατα όρια του κανονικού χρόνου εργασίας των ναυτικών σε συγκεκριμένες μέρες καθορίζονται από τον Κανονισμό Εργασίας, τις συλλογικές συμβάσεις ή με προεδρικά διατάγματα. Ανάλογη ρύθμιση περιέχει και το Πρότυπο Α2.3 του Κανονισμού 2.3. της Διεθνούς Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας 2006, κατά το οποίο θα πρέπει να καθορίζεται με νόμο ή συλλογική σύμβαση εργασίας ένας ελάχιστος αριθμός ωρών ανάπαυσης κάθε ναυτικού σε μια δεδομένη χρονική περίοδο ή αντίστοιχα ένας μέγιστος αριθμός ωρών εργασίας. Η Διεθνής Σύμβαση 2006 και η Υ.Α. 3522.2 /8/2013 καθορίζει επίσης τον τρόπο κατανομής των ωρών εργασίας και απαιτεί την ανάρτηση πίνακα με το ωράριο εργασίας σε εύκολα προσβάσιμο μέρος του πλοίου. Από το άρθρο 12 του ίδιου Προτύπου και το άρθρο 8 § 11 της Υ.Α. 3522.2/8/2013 επιφορτίζεται ο πλοίαρχος να τηρεί αρχεία του ωραρίου εργασίας και των υπερωριών κάθε ναυτικού, τα οποία μπορεί να λάβει και ο ενδιαφερόμενος ναυτικός, υπογεγραμμένα από τον πλοίαρχο. Αντίστοιχα το άρθρο 97 ΚΔΝΔ ορίζει ότι ο πλοίαρχος δικαιούται, αν κρίνει ότι υπάρχει ανάγκη, να απαιτήσει την παροχή υπερωριακής εργασίας, τα ανώτατα όρια της οποίας καθορίζονται από τον Κανονισμό Εργασίας, τις συλλογικές συμβάσεις ή με προεδρικά διατάγματα, αλλά μπορούν να ξεπερασθούν στις περιπτώσεις που αναφέρει το άρθρο 98 § 1 ΚΔΝΔ / επείγουσα ανάγκη που αφορά την ασφάλεια του πλοίου, των επιβαινόντων και του φορτίου ή παροχή βοήθειας σε άλλα πλοία και πρόσωπα που κινδυνεύουν, εκτέλεση γυμνασίων ή άλλη εξαιρετική περίπτωση. Η συνδρομή μιας από τις περιπτώσεις του άρθρου 98§ 1 ΚΔΝΔ εκτιμάται ελεύθερα από τον πλοίαρχο και αναγράφεται στο ημερολόγιο του πλοίου /άρθρο 98 § 2 ΚΔΝΔ.
— Άδεια μετ’ αποδοχών και έξοδοι στην ξηρά: Στον Κανονισμό 2.4 και στο Πρότυπο Α2.4. της Διεθνούς Σύμβασης 2006 και στο άρθρο 9 της Υ.Α. 3522.2/8/2013 ορίζεται ότι ο πλοίαρχος και όλοι οι ναυτικοί δικαιούνται ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών, αν είναι δυνατόν στον τόπο όπου δικαιούνται να παλινοστηθούν ή διαφορετικά δικαιούνται δωρεάν μεταφορά σε τόπο κοντά στην οικία τους, καθώς και άδειες εξόδου στην ξηρά σε τακτά χρονικά διαστήματα. Δεν συνυπολογίζονται στον χρόνο άδειας τα χρονικά διαστήματα ανικανότητας προς εργασία, π.χ. λόγω ασθένειας ή τραυματισμού. Πριν την κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης 2006 το θέμα αυτό ρυθμιζόταν μόνο με συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Ο πλοίαρχος λαμβάνει την ετήσια άδειά του κατόπιν συνεννόησης με τον θαλάσσιο επιχειρηματία και χορηγεί άδεια /ετήσια ή εξόδου από το πλοίο. στο λοιπό πλήρωμα.
— Προστασία σε περίπτωση ασθένειας ή εργατικού ατυχήματος: Κάθε ναυτικός, καθώς και ο πλοίαρχος, έχει ανάγκη ιδιαίτερης προστασίας όταν ασθενεί, γιατί λόγω της ανθυγιεινής εργασίας του διατρέχει αυξημένους επαγγελματικούς κινδύνους, αλλά και γιατί λόγω της απομόνωσης από την ξηρά, αδυνατεί να φροντίσει μόνος τον εαυτό του. Γι’ αυτό το άρθρο 186 ΚΙΝΔ, προβλέπει τα δικαιώματα του ναυτικού και πλοιάρχου σε περίπτωση ασθενείας, θεσπίζοντας υποχρέωση του θαλάσσιου επιχειρηματία να τον περιθάλπει, Ρυθμίσεις που στοχεύουν στην προφύλαξη από ατυχήματα επί του πλοίου περιέχει το άρθρο 29 της Υ.Α. 3522.2/8/2013.
— Αποζημίωση λόγω λύσης της σύμβασης ναυτολόγησης: Ο νόμος σύμφωνα με το άρθρο 180 ΚΙΝΔ παρέχει στον πλοίαρχο, όπως σε κάθε ναυτικό, ορισμένα δικαιώματα και σε περίπτωση λύσης της σύμβασης ναυτολόγησής του. Σε περίπτωση λύσης της σύμβασης ναυτολόγησης για τους λόγους των περ. α, β και γ του άρθρου 174 ΚΙΝΔ των περ. α και β του άρθρου 176 ΚΙΝΔ και της παρ. 1 του άρθρου 177 ΚΙΝΔ, ο ναυτικός δικαιούται αποζημίωσης, η οποία συνίσταται σε ποσό ίσο προς τον μισθό δεκαπέντε (15) ημερών. Εάν η λύση επήλθε στην αλλοδαπή, η αποζημίωση διπλασιάζεται όταν πρόκειται για λιμένα της Μεσογείου Θάλασσας, του Ευξείνου Πόντου, της Ερυθράς Θάλασσας ή της Ευρώπης, και τριπλασιάζεται όταν πρόκειται για οποιονδήποτε άλλο λιμένα.
— Παλιννόστηση: Ο πλοίαρχος, όμως, του οποίου η σύμβαση ναυτολόγησης λύεται έχει, όπως κάθε ναυτικός και δικαίωμα παλιννόστησης, άρθρα 187 και 188 ΚΙΝΔ. Το δικαίωμα αυτό προβλέπεται και ρυθμίζεται στη Διεθνή Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας του 2006, η οποία αναθεώρησε την προϊσχύσασα Διεθνή Σύμβαση του 1926 «Περί παλιννόστησης των ναυτικών». Επομένως, λόγω της υπέρτερης ισχύος της Διεθνούς Συμβάσεως 2006, που κυρώθηκε με τον νόμο 4078/2012, οι διατάξεις του ΚΙΝΔ για την παλιννόστηση συμπληρώνονται από τις διατάξεις της Σύμβασης και πρέπει να εκτιμώνται με βάση αυτές. Αυτό σημαίνει ότι διατηρούν την ισχύ τους, εφόσον εναρμονίζονται με τις διατάξεις της Σύμβασης. Είναι, όμως, ομόφωνα δεκτό ότι παλιννόστηση είναι με δαπάνες του πλοιοκτήτη (άρθρο 187 παρ.1 ΚΙΝΔ), κατ’ επιλογή του, είτε στον τόπο κατοικίας του ή στον λιμένα έναρξης του πλου ή στον τόπο υπογραφής της σύμβασης ή σε οποιονδήποτε άλλο τόπο συμφωνηθεί κατά τη συνομολόγηση της σύμβασης ναυτολόγησης. Το πρότυπο Α2.5 του Κανονισμού 2.5. της Σύμβασης 2006 και το άρθρο 10§ 1 της Υ.Α. 3522.2/8/2013 ορίζει, επίσης, ότι παλιννόστηση δικαιούνται όλοι οι ναυτικοί, στους οποίους ρητά εντάσσει και τον πλοίαρχο (άρθρο ΙΙ§ 1 στοιχείο στ΄, § 2 ΔΣ 2006).
— Δυνατότητα συντηρητικής κατάσχεσης πλοίου: Η Διεθνής Σύμβαση των Βρυξελλών του 1952 «Περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συντηρητικής κατασχέσεως θαλασσοπλοούντων πλοίων» παρέχει στον πλοίαρχο το δικαίωμα να κατάσχει συντηρητικά το πλοίο στο οποίο εργαζόταν για να ικανοποιηθεί απαίτησή του από τον μισθό του (άρθρο 1 περίπτωση ιγ΄Διεθνούς Σύμβασης) ή απαίτησή του για δαπάνες που έκανε για το πλοίο ή για τον κύριό του (άρθρο 1 περίπτωση ιδ΄Διεθνούς Σύμβασης). Η κατάσχεση γίνεται με άδεια του δικαστηρίου (άρθρο 3 Διεθνούς Σύμβασης) και μπορεί να αφορά μόνο το πλοίο σε σχέση με το οποίο προέκυψε η απαίτηση.
— Εξαίρεση των απαιτήσεων των εργαζομένων του θαλάσσιου επιχειρηματία από αυτές για τις οποίες μπορεί αυτός να περιορίσει την ευθύνη του: Η πρόνοια του νομοθέτη να προστατεύσει τα συμφέροντα του πλοιάρχου και όλων όσων εργάζονται για τον θαλάσσιο επιχειρηματία γίνεται φανερή και από την ύπαρξη ρυθμίσεων με βάση ορισμένα δικαιώματα του θαλάσσιου επιχειρηματία, όταν συγκρούονται με αξιώσεις των εργαζομένων. Πράγματι, ενώ η Διεθνής Σύμβαση του Λονδίνου του 1976 «για τον περιορισμό της ευθύνης για ναυτικές απαιτήσεις», που κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον νόμο 1923 / 1991, παρέχει στον θαλάσσιο επιχειρηματία / πλοιοκτήτη κατά τη Σύμβαση και στα πρόσωπα που εξομοιώνονται μ’ αυτόν τη δυνατότητα να περιορίζουν την ευθύνη τους για πληθώρα απαιτήσεων που σχετίζονται ή προκύπτουν από τη θαλάσσια επιχείρηση, εξαιρεί ρητά από τον περιορισμό της ευθύνης, με το άρθρο 3 περίπτωση ε΄ αυτής, τις απαιτήσεις των υπαλλήλων ή εργατών του θαλάσσιου επιχειρηματία ή αρωγού, τα καθήκοντα των οποίων σχετίζονται με το πλοίο ή την επιχείρηση θαλάσσιας αρωγής, σε σχέση με τα οποία προκύπτουν οι απαιτήσεις. Εννοείται ότι στην εξαίρεση υπάγονται κυρίως οι απαιτήσεις του πλοιάρχου και των λοιπών μελών του πληρώματος. Μάλιστα, η εξαίρεση επεκτείνεται και στους κληρονόμους των προσώπων αυτών ή σε πρόσωπα εξαρτημένα από αυτούς. Η εξαίρεση δεν αφορά μόνο τους οφειλόμενους μισθούς, αλλά επεκτείνεται σε οποιαδήποτε απαίτηση πηγάζει από τη σύμβαση εργασίας / ακόμη και για νοσηλεία λόγω εργατικού ατυχήματος. Η εξαίρεση αυτή χωρεί υπό δύο προϋποθέσεις που απαιτούνται διαζευκτικά: ή εφόσον η νομοθεσία που διέπει τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών μεταξύ του θαλάσσιου επιχειρηματία ή αρωγού και των υπαλλήλων του δεν επιτρέπει τον περιορισμό της ευθύνης του εργοδότη σχετικά με τις απαιτήσεις αυτές, ή εφόσον η νομοθεσία αυτή επιτρέπει τον περιορισμό της ευθύνης, αλλά με υψηλότερα όρια από τα προβλεπόμενα στην Σύμβαση του Λονδίνου του 1976.
— Δικαίωμα του απολυόμενου πλοιάρχου - συμπλοιοκτήτη να διαθέσει την μερίδα του: Συμπλοιοκτήτης ο οποίος είναι ο πλοίαρχος ή μέλος του πληρώματος, αν απολυθεί, έχει δικαίωνα να ζητήσει την εξαγορά της μερίδας του από τους λοιπούς συμπλοιοκτήτες. Το τίµηµα καθορίζεται από το δικαστήριο με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας μετά από τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης. Η κυριότητα μεταβιβάζεται, εφόσον το τίµηµα καταβληθεί στον δικαιούχο ή γίνει δημόσια κατάθεσή του (άρθρο 57 παρ.2 ΚΙΝΔ).
Υποχρεώσεις Πλοιάρχου για ασφαλή διεξαγωγή πλου
Οι υποχρεώσεις ναυτικής και τεχνικής φύσεως αφορούν τις ειδικές υπηρεσίες, που παρέχει ο πλοίαρχος με βάση τη σύμβαση ναυτολογήσεως. Οι υποχρεώσεις αυτές αποβλέπουν στην ασφαλή διεξαγωγή του πλου, για αυτό και επιβάλλονται και με διατάξεις δημοσίου δικαίου.
Σύμφωνα με το άρθρο 105 επόμενα. ΚΔΝΔ ο Πλοίαρχος υποχρεούται:
• Να συγκροτήσει το πλήρωμα νομίμως ή να συμπληρώσει τις τυχόν ελλείψεις του. Πριν από τον απόπλου πρέπει να βεβαιωθεί ότι το πλοίο είναι ικανό για τον πλουν που θα επιχειρήσει, ότι έχει τα απαραίτητα εφόδια /τρόφιμα, καύσιμα νερό, κλπ., ότι το φορτίο είναι κανονικά και καλά στοιβαγμένο και αν πρόκειται για επιβατηγό πλοίο, ότι δεν παρέλαβε επιβάτες περισσότερους από όσους επιτρέπεται.
• Να φροντίζει, ώστε να υπάρχουν στο πλοίο τα απαραίτητα ναυτιλιακά έγγραφα και βιβλία. Από αυτά, άλλα πρέπει να τα τηρεί ο ίδιος και άλλα πρέπει να φροντίζει να τηρούνται κανονικά (άρθρα 114 § 1 ΚΔΝΔ και 191 ΚΙΝΔ).
• Υποχρεούται σε καλή διακυβέρνηση του πλοίου. Ιδίως, να τηρεί τους κανονισμούς για την αποφυγή συγκρούσεως πλοίων και τις διατάξεις που αναφέρονται γενικά στη ασφάλεια ναυσιπλοΐας (άρθρα 113 και 219 ΚΔΝΔ). Επίσης οφείλει να κυβερνά το πλοίο αυτοπροσώπως όταν εισπλέει, διαπλέει και εκπλέει από λιμένες, όρμους, διαύλους, ποταμούς, διώρυγες και στενά και, γενικά, σε κάθε περίπτωση που ο πλους είναι ιδιαίτερα δύσκολος (άρθρο 113 § 2 ΚΔΝΔ).
• Πρέπει να ενεργεί με σύνεση και να φέρνει σε πέρας τον πλου που ανέλαβε.
• Σε περίπτωση κινδύνου, δεν επιτρέπεται να διατάξει εγκατάλειψη του πλοίου, προτού εξαντλήσει όλα τα μέτρα και τα μέσα διασώσεως που υποδεικνύουν η ναυτική τέχνη και η εμπειρία. Προκειμένου να διατάξει την εγκατάλειψη του πλοίου, εξάλλου, πρέπει να ζητήσει την γνώμη των αξιωματικών ή των πιο έμπειρων από τα μέλη του πληρώματος. Πρέπει να φροντίσει, ακόμα, να επιβιβασθούν στις λέμβους πρώτα οι επιβάτες και ύστερα το πλήρωμα. Ο ίδιος πρέπει να αποβιβασθεί τελευταίος. Επίσης δεν πρέπει να απομακρυνθεί από την περιοχή του ναυαγίου, ώσπου να βεβαιωθεί ότι το πλοίο χάθηκε ή καταστράφηκε. Σε κάθε περίπτωση υποχρεούται να φροντίσει για την διάσωση των ναυτικών εγγράφων, του ταχυδρομείου και των πολυτιμότερων πραγμάτων του πλοίου (άρθρο 125 ΚΔΝΔ).
— Ευθύνη πλοιάρχου: Ο πλοίαρχος διοικεί το πλοίο και μεριμνά για τη νόμιμη σύνθεση του πληρώματος σύμφωνα με τις οδηγίες του πλοιοκτήτη, καθώς και για την τήρηση των ισχυόντων νόμων και κανονισμών που άπτονται της ασφάλειας του πλοίου, του πληρώματος, των επιβαινόντων και του φορτίου. Ο πλοίαρχος ευθύνεται για δόλο και βαριά αμέλεια, εκτός εάν ειδικός νόμος ορίζει διαφορετικά (Άρθρο 190 ΚΙΝΔ).
— Αποτροπή επικείμενου κινδύνου από τον πλοίαρχο: Ο πλοίαρχος δικαιούται να χρησιμοποιήσει κάθε αντικείμενο που βρίσκεται επί του πλοίου και είναι αναγκαίο για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται τα άρθρα, 286 του Αστικού Κώδικα και 192 του ΚΙΝΔ αντίστοιχα.
— Ανάθεση από τον πλοίαρχο πρόσθετων καθηκόντων σε ναυτικό: Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο πλοίαρχος μπορεί να αναθέσει προσωρινά σε ναυτικό καθήκοντα πέραν εκείνων που έχει αναλάβει με τη σύμβαση ναυτολόγησης, εφόσον δεν είναι ασυμβίβαστα με την ειδικότητα και τον βαθμό του. Στην περίπτωση αυτή καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή που καθορίζεται ανάλογα με τον συμφωνημένο μισθό και τις ειδικές περιστάσεις (άρθρο 193 ΚΙΝΔ).
— Απαγόρευση φόρτωσης εμπορευμάτων για ίδιο λογαριασμό: Απαγορεύεται στον πλοίαρχο με ποινή αποζημίωσης να φορτώνει εμπορεύματα για ίδιο λογαριασμό, εάν δεν υπάρχει ρητή έγγραφη άδεια του πλοιοκτήτη ή του αντιπροσώπου πλοιάρχου, προκειμένου να φορτώσει ο ναυτικός επί του πλοίου εμπορεύματα για ίδιο λογαριασμό. (άρθρο 194 ΚΙΝΔ).
— Ενεργητική και παθητική αντιπροσώπευση από τον πλοίαρχο: Όπως συνάγεται από την σχετική νομοθεσία o πλοίαρχος έχει γενική εξουσία να εκπροσωπεί τον θαλάσσιο επιχειρηματία, πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, εξωδίκως και δικαστικώς. Η εξουσία του πλοιάρχου να εκπροσωπεί εξωδίκως, δηλαδή δικαιοπρακτικώς, τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή συνάγεται από το άρθρο 195 ΚΙΝΔ.
Ειδικότερα:
• Ο πλοίαρχος μπορεί, σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης κατά τη διάρκεια του πλου, να κοινοποιεί έγγραφα στο όνομα του πλοιοκτήτη, να λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα και να εγείρει αγωγή για οτιδήποτε αφορά στο πλοίο ή το φορτίο.
• Εάν το πλοίο ευρίσκεται σε τόπο διαφορετικό από την έδρα του πλοιοκτήτη, η κοινοποίηση διαδικαστικών ή εξωδίκων εγγράφων που αφορούν στο υπό την πλοιαρχία του πλοίο δύναται να γίνει στον πλοίαρχο.
— Ευθύνη του πλοίαρχου στο σύνολο των δραστηριοτήτων παραλαβής εμπορευμάτων: Η ευθύνη αυτή αναφέρεται στο σύνολο των δραστηριοτήτων του πλοίαρχου. απέναντι στο πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, όσο και απέναντι στους τρίτους, αλλά με ορισμένες προϋποθέσεις όπως:
• Ο Πλοίαρχος, ευθύνεται, κυρίως απέναντι στον πλοιοκτήτη ή στον εφοπλιστή, αφού συνδέεται μαζί τους με σύμβαση εργασίας η οποία έχει και στοιχεία εντολής (άρθρα 652 και 714 ΑΚ). Ευθύνεται ακόμα και όταν ενεργεί με σύμφωνη γνώμη ορισμένων προσώπων, τα οποία πρέπει να συμβουλεύεται κατά τον νόμο. Έτσι, ευθύνεται για την εγκατάλειψη του πλοίου, ακόμα και αν τον διέταξε με τη σύμφωνη γνώμη του πληρώματος. Επίσης ευθύνεται για την διακυβέρνηση του πλοίου, παρόλο που ενήργησε με βάση συμβουλή του πλοηγού, ακόμα και αν η πρόσληψή του ήταν υποχρεωτική (άρθρα 182 ΚΔΝΔ, 17 § 7 ν. 3142/1955).
• Ο πλοίαρχος δεν έχει ευθύνη για τις ζημιές που προκαλούν στο πλοιοκτήτη - εφοπλιστή τα μέλη του πληρώματος. Τα πρόσωπα αυτά, αν και τα προσλαμβάνει ο πλοίαρχος, είναι βοηθοί εκπληρώσεως του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή και όχι του πλοιάρχου. Πολύ περισσότερο, δεν ευθύνεται ο πλοίαρχος για τις ζημιές που προκαλούν οι επιβάτες.
Για τις ζημιές, που προκαλούν τα πρόσωπα και των δύο κατηγοριών, μπορεί να ευθύνεται ο πλοίαρχος μόνο αν συντρέχει και δικό του πταίσμα. Και αυτό, βέβαια, δεν είναι απίθανο, αφού ο πλοίαρχος τηρεί την τάξη και την πειθαρχεία πάνω στο πλοίο και ασκεί πειθαρχική εξουσία στα μελή του πληρώματος. Ο πλοίαρχος ενδέχεται να ευθύνεται και απέναντι στους τρίτους, τους φορτωτές ή τους παραλήπτες των εμπορευμάτων, τα μέλη του πληρώματος, τους επιβάτες κ.λ.π. Βέβαια, εφόσον ο πλοίαρχος ενεργεί ως εκπρόσωπος του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή, δεν έχει, καταρχήν, ευθύνη απέναντι σε αυτούς. Για τις ζημιές που τυχόν τους προκαλεί κατά την εκτέλεση των συμβάσεων, που τους συνδέουν με τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή, ευθύνεται τελευταίος αυτός Αν όμως ο πλοίαρχος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του διαπράξει αδικοπραξία (άρθρα 914 και 919 ΑΚ), ευθύνεται και ο ίδιος προσωπικά. Στην περίπτωση αυτή, όμως, ενδέχεται να ευθύνεται εις ολόκληρο μαζί του και ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής (άρθρο 926 ΑΚ).
Εκπροσώπηση Ναυλωτή - Φορτωτή - Παραλήπτη από τον Πλοίαρχο
Ο πλοίαρχος έχει εξουσία να αντιπροσωπεύει τους ενδιαφερόμενους για το φορτίο, δηλαδή τον ναυλωτή, τον φορτωτή, τον παραλήπτη καθώς επίσης και εκείνους που χωρίς τη γνώση και τη θέλησή του φόρτωσαν εμπορεύματα στο πλοίο. Επίσης, έχει εξουσία να διαθέτει αντικείμενα που ανήκουν σε όλα αυτά τα πρόσωπα. Οι εξουσίες αυτές, όμως, είναι ειδικές και περιορίζονται αποκλειστικά στις περιπτώσεις που προβλέπει ο νόμος.
• Κατά τη διάρκεια του πλου, προκειμένου να αποτρέψει επικείμενο κίνδυνο, ο Πλοίαρχος δικαιούται να χρησιμοποιήσει, με αποζημίωση, οτιδήποτε είναι αναγκαίο από τα αντικείμενα που βρίσκονται στο πλοίο (άρθρο 123 ΚΔΝΔ). Είναι φανερό δε ότι στα αντικείμενα αυτά μπορεί να περιλαμβάνεται και το φορτίο. • Κατά τη διάρκεια του πλου, αν εμφανιστούν επείγοντες λόγοι, ιδίως αν εμφανιστεί η επιτακτική ανάγκη για επισκευή του πλοίου ή για προμήθεια τροφίμων ή εφοδίων, ο πλοίαρχος έχει δικαίωμα να πωλήσει ή να ενεχυριάσει μέρος του φορτίο, για να εξασφαλίσει τα απαραίτητα χρήματα • Κατά την διάρκεια του πλου, ακόμα, ο Πλοίαρχος έχει δικαίωμα σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, να παίρνει ασφαλιστικά μέτρα εν ονόματι των φορτωτών • Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλογικώς οι διατάξεις για την διοίκηση αλλότριων • Σε περίπτωση συγκρούσεως, ο πλοίαρχος του πλοίου που συγκρούσθηκε έχει δικαίωμα να ασκήσει αξιώσεις για τις ζημίες που υπέστη το φορτίο, για λογαριασμό όσων έχουν δικαίωμα σ’ αυτό. Στην περίπτωση αυτή, πάντως ο πλοίαρχος υποχρεούται να επικαλέσει τα πρόσωπα αυτά στη σχετική δίκη (άρθρο 204 ΚΙΝΔ).
Καθήκοντα Πλοιάρχου προστασίας δημοσίου συμφέροντος
• Να παρέχει κάθε δυνατή βοήθεια σε πλοία, αεροσκάφη ή πρόσωπα που κινδυνεύουν στη θάλασσα, δεν δημιουργείται σοβαρός κίνδυνος για το πλοίο και τους επιβαίνοντες. (άρθρο 120 ΚΔΝΔ).
• Να αναφέρει “αμελλητί” στις Λιμενικές Αρχές κάθε έγκλημα που αντιλαμβάνεται ότι τελείται ή τελέσθηκε στην θάλασσα / πειρατεία, λαθρεμπόριο, εμπόριο ναρκωτικών κ.λ.π., καθώς και κάθε γεγονός που μπορεί να προκαλέσει κινδύνους στην ναυσιπλοΐα (άρθρο 122 ΚΔΝΔ).
• Σε περίπτωση πολέμου ή εντάσεως στις διεθνείς σχέσεις, να συμμορφώνεται με τις διαταγές του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής που παρέχονται σ’ αυτόν για την προστασία των εθνικών συμφερόντων ή για την ασφάλεια του πλου (άρθρο 128 ΚΔΝΔ).
• Να παραλαμβάνει για παλιννόστηση Έλληνες ναυτικούς, που βρίσκονται εγκαταλειμμένοι σε ξένα μέρη, με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 112 ΚΔΝΔ.
Εξουσία του Πλοιάρχου πάνω στο πλοίο
Επειδή το πλοίο είναι μια ολόκληρη “πλωτή πόλη”, που τον περισσότερο καιρό βρίσκεται έξω από τα σύνορα της Ελλάδας, μακριά από την άμεση δικαιοδοσία των Ελληνικών Αρχών, ο νόμος αναθέτει στον πλοίαρχο να τηρεί σ’ αυτό την Ελληνική δημόσια τάξη. Ειδικότερα, αναθέτει στον πλοίαρχο μια σειρά από εξουσίες και καθήκοντα, που περιέχουν και άσκηση κρατικής εξουσίας. Όλες αυτές οι εξουσίες και τα καθήκοντα αποτελούν την καλούμενη “εξουσία του πλοιάρχου πάνω στο πλοίο” και περιλαμβάνονται ορισμένες ειδικές εξουσίες, πολλές από τις οποίες αποτελούν και καθήκοντα όπως:
• Φροντίζει να μην εισάγονται στο πλοίο ναρκωτικά, οινοπνευματώδη, όπλα ή επικίνδυνες ύλες, εκτός από τις περιπτώσεις και με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 108 και 109 ΚΔΝΔ. Αν κατά παράβαση των διατάξεων αυτών έχουν εισαχθεί στο πλοίο παρόμοια πράγματα, ο πλοίαρχος έχει δικαίωμα και υποχρέωση να τα κατάσχει, να τα καταστρέψει ή να τα φυλάξει και να τα παραδίδει στη Λιμενική ή Προξενική Αρχή. • Για να αποτρέψει κίνδυνο που απειλεί το πλοίο ή τους επιβαίνοντες κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο πλοίαρχος μπορεί: να χρησιμοποιήσει ξένα πράγματα /του πληρώματος ή των επιβατών, που βρίσκονται στο πλοίο να δανεισθεί ενεχυριάζοντας το φορτίο ή να το πωλήσει για να εξασφαλίσει χρήματα προς αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών.
Ο πλοίαρχος έχει εξουσία και πάνω σε όλα τα πρόσωπα που επιβαίνουν στο πλοίο, στα μέλη του πληρώματος, στους επιβάτες, σε άλλα πρόσωπα που εκτελούν σ’ αυτό υπηρεσία / φορτοεκφορτωτές, πλοηγό κ.λ.π..
Συγκεκριμένα:
• Έχει δικαίωμα και υποχρέωση, με τη βοήθεια της Λιμενικής ή της Προξενικής Αρχής, να εμποδίζει την επιβίβαση προσώπων που πάσχουν από λοιμώδεις νόσους, επικίνδυνων ψυχοπαθών, προσώπων που έχουν ανάγκη από βοήθεια / τυφλούς, παράλυτους, ανήλικους, εφόσον δεν συνοδεύονται (άρθρο 110 ΚΔΝΔ) επίσης, να ζητάει από την Λιμενική ή Προξενική αρχή την αποβίβαση επιβάτη που διαταράσσει σοβαρά την τάξη στο πλοίο, ή που παρέχει βάσιμες ενδείξεις ότι η παραμονή του στο πλοίο μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους για τους επιβαίνοντες, το πλοίο ή το φορτίο (άρθρο 111 ΚΔΝΔ). • Έχει ακόμα υποχρέωση να παραδίδει στην Λιμενική Αρχή της πρώτης προσεγγίσεως τους τυχόν λαθρεπιβάτες και στο εξωτερικό να ειδοποιεί την Προξενική Αρχή ότι ανεβρέθηκε λαθρεπιβάτης (άρθρο 127 ΚΔΝΔ). • Σε περίπτωση θανάτου κάποιου επιβαίνοντος, έχει υποχρέωση να φροντίσει για τον νεκρό, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 119 ΚΔΝΔ.
Στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος, ο Πλοίαρχος ασκεί και δημόσιες λειτουργίες όπως:
• Εκτελεί καθήκοντα ληξιάρχου. Με την ιδιότητα του αυτή, συντάσσει ληξιαρχικές πράξεις για τις γεννήσεις και τους θανάτους που συμβαίνουν στο πλοίο κατά την διάρκεια του ταξιδιού. Αντίγραφο των ληξιαρχικών αυτών πράξεων παραδίδει στην Λιμενική ή την Προξενική Αρχή του πρώτου λιμένα προσεγγίσεως μόλις το πλοίο καταπλεύσει σ’ αυτόν (άρθρα 115 και 117 ΚΔΝΔ).
• Εκτελεί καθήκοντα συμβολαιογράφου. Με την ιδιότητα αυτή, συντάσσει: έκτακτη διαθήκη πάνω στο πλοίο (άρθρο, 116 ΚΔΝΔ), έκθεση απογραφής των πραγμάτων μέλους του πληρώματος που απεβίωσε, εξαφανίσθηκε ή δραπέτευσε και επιβάτη που εξαφανίσθηκε. Στην συνέχεια, ενεργεί όσα ορίζονται στο νόμο (άρθρο 118 ΚΔΝΔ).
• Ασκεί καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου. Με την ιδιότητα αυτή, διενεργεί προανάκριση για τα εγκλήματα που τελούνται στο πλοίο (άρθρο 241 ΚΔΝΔ) και διατάσσει την προφυλάκιση του κατηγορουμένου με τις προϋποθέσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (άρθρο 242 ΚΔΝΔ)
• Ασκεί πειθαρχική εξουσία στα μέλη του πληρώματος.
Σπουδαιότητα επαγγέλματος Πλοιάρχου
Το επάγγελμα του Πλοιάρχου ήταν από την αρχαιότητα σπουδαιότατο ιδιαίτερα για εμάς τους Έλληνες, και συνεχίζει να είναι το ίδιο και σήμερα. Ο Πλοίαρχος διοικεί στην ουσία μία μεγάλη και ακριβή επιχείρηση. Ως εκ τούτου δια την επιτυχή τέλεση της εργασίας του απαιτείται υπευθυνότητα, αποφασιστικότητα και κριτική σκέψη. Ο Πλοίαρχος πρέπει να είναι τολμηρός, εύστροφος, ανεξάρτητος, να έχει συναισθηματική νοημοσύνη, ωριμότητα και καλή υγεία. Πολύ σημαντικό, εξάλλου, είναι να έχει διοικητικές και οργανωτικές δεξιότητες, αφού είναι απαραίτητο να χειρίζεται πολλά θέματα ταυτόχρονα και να διοικεί ικανοποιητικά το σύνολο του πληρώματος, το οποίο συνήθως δεν είναι ομοιογενές, κάτω από τις ιδιαίτερες συνθήκες του υπερπόντιων ταξιδιών.
Ακόμη, οφείλει να είναι δίκαιος και αμερόληπτος, να διαθέτει ευαισθησία και ενδιαφέρον για τα μέλη του πληρώματος και τις συνθήκες διαβίωσής τους στο πλοίο και να εμπνέει σεβασμό. Το επάγγελμα επιλέγουν, κυρίως, άνθρωποι αυτάρκεις, που αγαπούν τη θάλασσα, τα ταξίδια και αναλαμβάνουν κινδύνους που έχουν εκτιμηθεί. Σήμερα, τα πλοία είναι αυτοματοποιημένα και για το λόγο αυτό για την ενασχόληση με το επάγγελμα απαιτούνται γνώσεις χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών, ενώ οι ναυτικοί πρέπει να είναι πρόθυμοι για την εκμάθηση της αποτελεσματικής χρήσης και άλλων εξειδικευμένων ηλεκτρονικών μηχανημάτων. Επίσης, απαραίτητη θεωρείται η γνώση της Αγγλικής γλώσσας, η καλή χρήση του γραπτού και προφορικού λόγου της οποίας προσφέρει σημαντικότατο συγκριτικό πλεονέκτημα για την επαγγελματική αρτιότητα και ανέλιξη του ναυτικού.
Προϋποθέσεις απόκτησης διπλωμάτων Πλοιάρχου
Οι προϋποθέσεις απόκτησης διπλώματος Πλοιάρχου Α’, Β’, Γ’ τάξης, καθώς και τα δικαιώματα υπηρεσίας τους καθορίζονται από το π.δ. 141/2014 (Α’ 232) «Προϋποθέσεις απόκτησης αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας και δικαιώματα υπηρεσίας στα πλοία και άλλες διατάξεις – Αντικατάσταση προεδρικού διατάγματος 243/1998», όπως ισχύει :
— Πλοίαρχος Α' τάξης
Για αποφοίτους Α.Ε.Ν. σύμφωνα με το αρ. 1 του π.δ. 141/2014 (Α’ 232)
Προϋποθέσεις:
• Θαλάσσια υπηρεσία 24 μηνών μετά την απόκτηση διπλώματος Πλοιάρχου Β’ τάξης Ε.Ν. με ειδικότητα Πλοιάρχου ή Υποπλοιάρχου από την οποία η μισή τουλάχιστον σε πλοία ολικής χωρητικότητας (ο.χ.) πάνω από 3000 ο.χ..
• Δίπλωμα Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού (ΑΕΝ) Πλοιάρχων ή αντίστοιχης ισότιμης Σχολής εσωτερικού / εξωτερικού.
• Επιτυχής αποφοίτηση από τους οικείους κύκλους σπουδών του Κέντρου Επιμόρφωσης Στελεχών Εμπορικού Ναυτικού (Κ.Ε.Σ.Ε.Ν.).
Δικαιώματα υπηρεσίας:
Διακυβέρνηση πλοίων οποιασδήποτε χωρητικότητας
— Πλοίαρχος Α' τάξης
Για αποφοίτους Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) /Τομέα Ναυτιλιακών Επαγγελμάτων ειδικότητας Πλοιάρχων Ε.Ν. ή αντίστοιχης ισότιμης σχολής σύμφωνα με το αρ. 1Α του π.δ. 141/2014 (Α’ 232)
Προϋποθέσεις:
• Θαλάσσια υπηρεσία 24 μηνών μετά την απόκτηση διπλώματος Πλοιάρχου Β’ τάξης Ε.Ν. με ειδικότητα Πλοιάρχου ή Υποπλοιάρχου από την οποία η μισή τουλάχιστον σε πλοία ολικής χωρητικότητας (ο.χ.) άνω των 3000 ο.χ., και
• Επιτυχής αποφοίτηση από τους οικείους κύκλους σπουδών του Κ.Ε.Σ.Ε.Ν.
Δικαιώματα υπηρεσίας:
Διακυβέρνηση πλοίων οποιασδήποτε χωρητικότητας.
— Πλοίαρχος Β' τάξης
Για αποφοίτους Α.Ε.Ν. σύμφωνα με το αρ. 2 του π.δ. 141/2014 (Α’ 232)
Προϋποθέσεις:
• Θαλάσσια υπηρεσία 24 μηνών μετά την απόκτηση διπλώματος Πλοιάρχου Γ΄ τάξης Ε.Ν. με ειδικότητα Αξιωματικού καταστρώματος από την οποία η μισή τουλάχιστον σε πλοία πάνω από 2.500 ο.χ.
• Επιτυχής αποφοίτηση από τους οικείους κύκλους σπουδών του Κ.Ε.Σ.Ε.Ν.
• Επιτυχής αποφοίτηση από Τμήμα Εκπαίδευσης Ιατρικής Μέριμνας (VI/4-2).
• Δίπλωμα Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού (ΑΕΝ) Πλοιάρχων ή αντίστοιχης ισότιμης Σχολής εσωτερικού/ εξωτερικού.
Δικαιώματα υπηρεσίας:
Ι. Υποπλοίαρχος πλοίων οποιασδήποτε χωρητικότητας.
ΙΙ. Διακυβέρνηση Φ/Γ και Ε/Γ μέχρι 3.000 ο.χ. (εφόσον έχει 12μηνη τουλάχιστον θαλάσσια υπηρεσία με ειδικότητα Υποπλοιάρχου)
— Πλοίαρχος Β' τάξης
Για αποφοίτους Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) Τομέα Ναυτιλιακών Επαγγελμάτων ειδικότητας Πλοιάρχων Ε.Ν. ή αντίστοιχης ισότιμης σχολής σύμφωνα με το αρ. 2Α του π.δ. 141/2014 (Α’ 232)
Προϋποθέσεις:
• Θαλάσσια υπηρεσία 36 μηνών μετά την απόκτηση διπλώματος Πλοιάρχου Γ’ τάξης Ε.Ν. με ειδικότητα Αξιωματικού καταστρώματος, από την οποία 18 μήνες τουλάχιστον σε πλοία ολικής χωρητικότητας (ο.χ.) άνω των 2500 ο.χ.,
• Επιτυχής αποφοίτηση από το Ειδικό Τμήμα Εκπαίδευσης Πλοιάρχων Β’ Δημόσιας Σχολής Ε.Ν. διάρκειας δύο (2) εξαμήνων
• Μετά την επιτυχή αποφοίτηση από το ως άνω Ειδικό Τμήμα Εκπαίδευσης Πλοιάρχων Β’ Δημόσιας Σχολής Ε.Ν., επιτυχής αποφοίτηση από τους οικείους κύκλους σπουδών του Κ.Ε.Σ.Ε.Ν.
• Επιτυχής αποφοίτηση από το Τμήμα Ειδικής Εκπαίδευσης Ιατρικής Μέριμνας.
Δικαιώματα υπηρεσίας
Υποπλοίαρχος πλοίων οποιασδήποτε χωρητικότητας.
Διακυβέρνηση Φ/Γ και Ε/Γ μέχρι 3.000 ο.χ. (εφόσον έχει 12μηνη τουλάχιστον θαλάσσια υπηρεσία με ειδικότητα Υποπλοιάρχου.
Πλοίαρχος Γ ' τάξης
Οι προϋποθέσεις και τα δικαιώματα Υπηρεσίας Πλοιάρχου Γ’ τάξης καθορίζονται από το άρθρο 3 του π.δ. 141/2014 (Α’ 232)
Προϋποθέσεις:
• Θαλάσσια υπηρεσία καταστρώματος 12 μηνών κατευθυνόμενης εκπαίδευσης σε πλοία πάνω από 1500 ο.χ., και δίπλωμα Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού (ΑΕΝ) Πλοιάρχων ή αντίστοιχης ισότιμης Σχολής εσωτερικού / εξωτερικού
• Θαλάσσια υπηρεσία καταστρώματος 24 μηνών, από την οποία 12 μήνες σε πλοία πάνω από 1500 ο.χ. κατευθυνόμενης εκπαίδευσης και η υπόλοιπη σε πλοία πάνω από 500 ο.χ., και απολυτήριο Επαγγελματικού Λυκείου (ΕΠΑ.Λ.) Τομέα Ναυτικού Πλοιάρχων, ή αντίστοιχης ισότιμης σχολής, και επιτυχής αποφοίτηση από το ειδικό τμήμα εκπαίδευσης Πλοιάρχων Γ΄ Δημόσιας Σχολής Ε.Ν. διάρκειας επτά (7) μηνών.
• Η κατευθυνόμενη εκπαίδευση σε πλοία, πραγματοποιείται υπό την επίβλεψη προσοντούχου αξιωματικού και τηρείται από τον υποψήφιο εγχειρίδιο κατευθυνόμενης εκπαίδευσης σε πλοίο (Κ.Ε.Π) το οποίο ελέγχεται για την κανονική συμπλήρωσή του από Ακαδημία Εμπορικού Ναυτικού (ΑΕΝ) / Πλοιάρχων, που του χορηγείτε σχετική βεβαίωση. Κατά την θαλάσσια υπηρεσία και για χρονικό διάστημα 6 μηνών τουλάχιστον από τη συνολικά απαιτούμενη, ο υποψήφιος εκπαιδεύεται στα καθήκοντα τήρησης φυλακής γέφυρας, υπό την επίβλεψη προσοντούχου αξιωματικού που αποδεικνύονται με σχετική εγγραφή στο προαναφερόμενο εγχειρίδιο Κ.Ε.Π.
• Επιπλέον απαιτούνται πιστοποιητικά εκπαίδευσης από Δημόσιες Σχολές Ε.Ν. στους παρακάτω κύκλους: ΒΑΣΙΚΟΣ – ΣΩΣΤΙΚΑ (εκπαίδευση ταχυπλόων λέμβων διάσωσης μόνον όταν έχουν ανατεθεί σχετικά καθήκοντα) – ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΗ ΠΥΡΟΣΒΕΣΗ – ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ και GMDSS ΓΕΝΙΚΗΣ ΧΡΗΣΗΣ.
Δικαιώματα υπηρεσίας
I. Ανθυποπλοίαρχος πλοίων οποιασδήποτε χωρητικότητας
II. Υποπλοίαρχος Φ/Γ και Ε/Γ πλοίων μέχρι 3.000 ο.χ.
III. Διακυβέρνηση Φ/Γ και Ε/Γ πλοίων μέχρι 500 ο.χ. που εκτελούν παράκτιους πλόες (εφόσον έχει θαλάσσια υπηρεσία 12 μηνών τουλάχιστον, ως αξιωματικός φυλακής γέφυρας)
IV. Διακυβέρνηση Φ/Γ και Ε/Γ πλοίων μέχρι 2.500 και 1.500 ο.χ. αντίστοιχα (εφόσον έχει θαλάσσια υπηρεσία 36 μηνών με ειδικότητα αξιωματικού φυλακής γέφυρας ή 24 μηνών από την οποία 12 μήνες με ειδικότητα αξιωματικού φυλακής γέφυρας και 12 μήνες με ειδικότητα Υποπλοιάρχου)
Οι σπουδαστές ξεκινούν ως πλοίαρχοι Γ’ βαθμού (ανθυποπλοίαρχοι) και στη συνέχεια εξελίσσονται σε Β΄ πλοίαρχοι και τελικά σε Α΄ πλοίαρχοι, σε πλοία του εμπορικού στόλου.
Συμπέρασμα
Ο Πλοίαρχος χρειάζεται να διαθέτει συνέπεια, υπευθυνότητα, αίσθημα δικαιοσύνης και να αποπνέει κύρος, εμπιστοσύνη και σεβασμό τόσο στο πλήρωμα, όσο και στους επιβάτες. Είναι απαραίτητο να διαθέτει ηγετικές δεξιότητες, προκειμένου να επιτυγχάνει τη διευθέτηση των όποιων προβλημάτων δημιουργούνται και τη διευκόλυνση της συνεργασίας και απόδοσης των μελών του πληρώματος. Η σταθερή ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου, μεγάλο τμήμα του οποίου διακινείται μέσω θαλάσσης, αυξάνει τη ζήτηση για θαλάσσιες μεταφορές και κατά συνέπεια δημιουργούν θετικές προοπτικές απασχόλησης για τους ναυτικούς και τα εξειδικευμένα ναυτιλιακά στελέχη με ναυτική εμπειρία, ενώ η φοίτηση και αποφοίτηση των σπουδαστών στις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού / Α.Ε.Ν. ακολουθεί ενθαρρυντικούς ρυθμούς. Πέρα από τη σταδιοδρομία τους ως Πλοίαρχοι στα εμπορικά και επιβατηγά πλοία, είναι σύνηθες Πλοίαρχοι να απασχολούνται στα γραφεία ναυτιλιακών εταιριών, εφόσον βέβαια συγκεντρώνουν τα κατάλληλα επαγγελματικά προσόντα και τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας που ζητούνται από τη σχετική αγορά. Επίσης, ένας μικρότερος αριθμός Πλοιάρχων και αξιωματικών καταστρώματος απασχολούνται ως κυβερνήτες σε σκάφη αναψυχής, ενώ υπάρχουν αρκετά παραδείγματα Πλοιάρχων που προσελήφθησαν και απασχολούνται ως στελέχη επιχειρήσεων εκτός ναυτιλίας. Ο Πλοίαρχος είναι υπεύθυνος για οτιδήποτε συμβαίνει στο πλοίο που κυβερνά, πράγμα που συνεπάγεται αυξημένες ευθύνες. Οι συνθήκες εργασίας του πλοιάρχου είναι ιδιαίτερες επειδή από τη φύση του το επάγγελμα απαιτεί παραμονή για σχετικά μεγάλα χρονικά διαστήματα μακριά από το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον του. Στα σύγχρονα πλοία λαμβάνεται πρόνοια ώστε οι συνθήκες διαβίωσης να είναι ιδιαίτερα καλές.
''Οι Πλοίαρχοι Εμπορικού Ναυτικού αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο των ναυτιλιακών επαγγελμάτων''
— Του Πλοιάρχου Λ.Σ Δημητρίου Κουκουβίνου ε.α —