Γράφει ο Πλοίαρχος Λ.Σ ε.α Δημήτριος Κουκουβίνος: Πειραιάς/Πόλη – Λιμάνι με πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και σύγχρονη δυναμική - Σύλλογος Μέριμνας Λιμενικού Σώματος

Σύλλογος Μέριμνας Λιμενικού Σώματος

Σύλλογος Μέριμνας Λιμενικού Σώματος Αρ.Μητρώου 5253/19

Τρίτη 22 Απριλίου 2025

Γράφει ο Πλοίαρχος Λ.Σ ε.α Δημήτριος Κουκουβίνος: Πειραιάς/Πόλη – Λιμάνι με πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και σύγχρονη δυναμική

 

Ο Πειραιάς είναι μέρος του πολεοδομικού συγκροτήματος Αθήνας και διαθέτει το σημαντικότερο λιμάνι της Ελλάδας. Έχει έκταση 10,9 τ.χλμ. και πληθυσμό 168.151 κατοίκους / Απογραφή 2021. Αυτό τον καθιστά το πέμπτο σε πληθυσμό δήμο της χώρας. Ο Πειραιάς εκτείνεται από τον κόλπο της Ελευσίνας μέχρι τον όρμο του Φαλήρου, απέναντι από το νησί της Σαλαμίνας. Κεντρικό γεωγραφικό του στοιχείο αποτελεί η Πειραϊκή Χερσόνησος, στην οποία βρίσκονται το Πασαλιμάνι ή λιμάνι Ζέας, το Μικρολίμανο και ο λόφος της Καστέλλας. Λόγω του μεγέθους του, της θέσης του και της πανάρχαιας σχέσης των Ελλήνων με τη θάλασσα, εξελίχθηκε σε μεγάλο διεθνές ναυτιλιακό κέντρο. Θεωρείται ο σημαντικότερος λιμένας της Ανατολικής Μεσογείου στη σύγχρονη εποχή, είναι σημαντικό βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο, αποτελώντας το τρίτο μεγαλύτερο σε επιβατική κίνηση λιμένα της Ευρώπης, συνδέοντας ακτοπλοϊκά την πρωτεύουσα με τα νησιά του Αιγαίου και αποτελώντας ένα σημαντικό προορισμό για κρουαζιερόπλοια εντός της Μεσογείου.



Για το όνομα του υπάρχουν πολλά ενδεχόμενα προέλευσης. Για πολλούς η ονομασία προέρχεται από τη λέξη «πέραν» και έχει την έννοια της μακρινής ή αντικρινής στεριάς. Άλλοι υποστηρίζουν ότι το όνομα προέρχεται από το «δια πέραν» ή «πέραν ρέω» και άπω το ρήμα περαιώ, διαπερατώνω, δηλαδή μεταφέρω ανθρώπους από μια ξηρά σε άλλη, στηριζόμενοι στο γεγονός ότι η περιοχή χωριζόταν από τα παράλια της Αττικής με μια ελώδη περιοχή, το Αλιπέδιο, στην περιοχή ακριβώς που βρίσκεται σήμερα το Φάληρο, αλλά όπως έχουν δείξει οι γεωλογικές έρευνες, παλαιότερα ο Πειραιάς ήταν πράγματι νησί. Ενώθηκε με τις ακτές της Αττικής κατά τη διάρκεια της Τεταρτογενούς περιόδου /+/-2.588.000 χρόνια πριν μέχρι σήμερα, από τις προσχώσεις του ποταμού Κηφισού στο σημερινό Μοσχάτο και το Φαληρικό Δέλτα.




Ιστορική ανάδρομη

Ο Πειραιάς έχει πλούσια ιστορία που ξεκινάει πολύ πίσω στο χρόνο.Πρώτοι κάτοικοι της περιοχής θεωρούνται οι Μίννες, λαός ορμώμενος από τη Βοιωτία. Οι Μίννες σύμφωνα με αναφορές του Ευριπίδη στο έργο του ”Ιππόλυτος”, εγκατέλειψαν τα εδάφη τους στη περιοχή του Ορχομενού, λόγω των επιδρομών από Θρακικά φύλα και κατέληξαν στο λόφο της Καστέλας τον οποίο οχύρωσαν και του έδωσαν το όνομα Μουνιχία προς τιμήν του αρχηγού τους Μούνιχου. Στα ιστορικά χρόνια ο Πειραιάς προαναφέρεται το 510 π.Χ. σε κείμενο σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη. Ο Θεμιστοκλής ήταν ο πρώτος που συνειδητοποίησε τη στρατηγική θέση του Πειραιά με τα τρία φυσικά του λιμάνια και το 493 π.Χ. όταν εκλέχτηκε άρχοντας των Αθηνών, ξεκίνησε τα πρώτα μεγάλα λιμενικά και οχυρωματικά έργα στη περιοχή. Έτσι φτάνουμε στο 470 π.Χ. και τα τείχη του Πειραιά ξεπερνούν τα 60 στάδια /στάδιο 182,18 μ./περίπου 11 χλμ. Μεταξύ 460 – 448 π. Χ. ο Περικλής ανέθεσε στον Ιππόδαμο τον Μιλήσιο την πολεοδομική μελέτη της πόλης, η οποία αποτέλεσε πρότυπο για όλες τις πόλεις της κλασικής εποχής. Ολοκληρώνει με επιτυχία το πρόγραμμα του Θεμιστοκλή, ανεγείρονται στοές, η Ιπποδάμειος αγορά, κτίρια για τις κρατικές υπηρεσίες και ναυπηγείται ένας σπουδαίος πολεμικός και εμπορικός στόλος. Η οικονομική του ανάπτυξη το αναδεικνύει ως το σπουδαιότερο λιμάνι της Μεσογείου αλλά και σπουδαίο εμπορικό κέντρο, καθοριστικός παράγοντας της ανάπτυξης της Αθήνας, αφού της προσφέρει ασφάλεια, εμπορική και οικονομική ευημερία καθώς και ναυτική υπεροχή χωρίς προηγούμενο. Η ήττα της Αθήνας κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο το 404 π.Χ. προσδιόρισε και την τύχη του Πειραιά, ο οποίος άρχισε να παρακμάζει έως το 86 π.Χ., που με την εισβολή των Ρωμαίων καταστράφηκε ολοκληρωτικά από τον Σίλα. Το 176 μ.Χ. κατασκευάζονται πρόχειρα λιμενικά έργα,φιλοτεχνείται και τοποθετείται το άγαλμα του Λέοντος. Το 267 οι Γότθοι και οι Ερούλοι κάνουν επιδρομή στον Πειραιά με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να εγκαταλείψουν την πόλη. Ο στόλος του Μ. Κωνσταντίνου το 322 αποτελούμενος από 1200 πλοία, συγκεντρώνονται στον Πειραιά και το λιμάνι χρησιμοποιείται σαν πολεμικός ναύσταθμος και ορμητήριο.Το 395. γίνεται επιδρομή Γότθων στο λιμάνι. Τα λιμενικά έργα του Πειραιά το 551. καταστρέφονται από μεγάλο σεισμό. Η πόλη με τα τρία φυσικά λιμάνια, τον Κάνθαρο ή κεντρικό λιμάνι, το λιμάνι της Ζέας και το λιμάνι της Μουνιχίας, θα γνωρίσει την παρακμή για πολλούς αιώνες. Λόγω μάλιστα του μαρμάρινου λέοντος που βρισκόταν στον μυχό του λιμανιού θα αλλάξει και το όνομά του σε «λιμήν του Λέοντος» ή «Πόρτο Λεόνε» Η Αθήνα και ο Πειραιάς το 1205. περιέρχονται στη κατοχή των Φράγκων και το 1317. το λιμάνι δέχεται επίθεση των Βενετών. Ο Πειραιάς και η Αθήνα το 1456 υποτάσσονται στους Τούρκους.

Ο Ενετικός στόλος, 1466 αγκυροβολεί στο λιμάνι και επιτίθενται στα Τούρκικα πλοία. Τα μεσάνυχτα της 26ης προς 27ης Σεπτεμβρίου 1687, οι Ενετοί πολιορκούν την Αθήνα και μια οβίδα διαπερνά τη στέγη του Παρθενώνα και αναφλέγεται η πυρίτιδα που είναι αποθηκευμένη στο εσωτερικό του. Η έκρηξη, που ακολουθεί, ανοίγει τον ναό στα δύο. Καταστρέφεται το τελειότερο κτίσμα της αρχαιότητας. Μαζί με άλλα λάφυρα μεταφέρεται στη Βενετία και το μαρμάρινο λιοντάρι του Πειραιά.

Το 1824 ο Πειραιάς απελευθερώνεται από τον Καραΐσκάκη και 1833 ανακηρύσσεται ανεξάρτητος Δήμος.



Η νεότερη ιστορία του Πειραιά αρχίζει να ξετυλίγεται μετά την απόφαση του ελληνικού κράτους για τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα, γεγονός που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του λιμανιού. Ο Πειραιάς ήταν πρωτίστως το γειτονικό στην πρωτεύουσα λιμάνι, σε μια περίοδο – μακρά μάλιστα περίοδο – που οι χερσαίες μετακινήσεις, όταν δεν ήταν αδύνατες, ήταν εξαιρετικά δύσκολες και επικίνδυνες. Ο ασφαλέστερος λοιπόν τρόπος για να φθάσει κανείς στην πρωτεύουσα ήταν η θάλασσα, με αποτέλεσμα το λιμάνι του Πειραιά, που απείχε μόνο δέκα χιλιόμετρα, να αναδειχθεί εκ των πραγμάτων ως συνδετικός κρίκος με την υπόλοιπη Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.

Οι νέοι κάτοικοι έφτασαν απ’ όλη την ελεύθερη Ελλάδα, αλλά κυρίως από τις ανατολικές ακτές της Πελοποννήσου, την Ύδρα, τις Σπέτσες, τον Πόρο, αλλά και περιοχές της τότε οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπως η Χίος, οι Κυδωνίες, ακόμη και τα Επτάνησα.

Τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν από τον συνοικισμό της πόλης ήταν πολλά, από τη μια το περίφημο λιμάνι της αρχαιότητας, λόγω των προσχώσεων του Κηφισού, σε πολλά σημεία δεν ήταν δια πλεύσιμο, από την άλλη ο καθορισμός των ιδιοκτησιών αποδεικνύεται Γολγοθάς, ενώ η έλλειψη οποιασδήποτε υποδομής κάνει τη διαβίωση εξαιρετικά δύσκολη. Ξένοι επισκέπτες ή αξιωματούχοι που φθάνουν περιγράφουν με τα μελανότερα χρώματα τόσο το λιμάνι όσο και το άλλο ταξίδι από τον Πειραιά στην Αθήνα μέσω της οδού Αθηνών – Πειραιώς.
Το πρώτο όμως σημάδι που φανερώνει ότι κάτι πραγματικά αρχίζει να αλλάζει στην ιστορία της πόλης, αλλά και της Ελλάδας, είναι η λειτουργία του μεταξουργείου του Λουκά Ράλλη, που υπήρξε το πρώτο ατμοκίνητο εργοστάσιο στην Ελλάδα / 1846, ενώ ο ίδιος λίγα χρόνια αργότερα, το 1856, θα εκλεγεί δήμαρχος της πόλης έως το 1865.

Τα πρωτοπόρα βήματα του Λουκά Ράλλη θα ακολουθήσουν και άλλοι που θα αναδείξουν τον Πειραιά σε κέντρο του εμπορίου και της ναυτιλίας, αλλά κυρίως στην πρώτη βιομηχανική πόλη της χώρας Τα παραδείγματα αφθονούν. Ο Βασιλειάδης, που ίδρυσε το ομώνυμο μηχανουργείο το 1860, θα περάσει μέσα από συμπληγάδες πριν αναδειχθεί ένας από τους σημαντικότερους βιομηχάνους. Ανάλογο και το παράδειγμα των αδελφών Ρετσίνα με την κλωστοϋφαντουργία τους. Η φύση της πόλης άλλωστε αλλά και η σύνθεση του πληθυσμού, αποτέλεσμα βέβαια και της αγγλογαλλικής κατοχής του Πειραιά / 1854-1857, θα οδηγήσουν πολύ γρήγορα και στην εμφάνιση του πρώτου «ξένου σχολείου» ή καλύτερα του πρώτου καθολικού σχολείου της πόλης, της Ελληνογαλλικής Σχολής Καλογραιών «Jeanne d’ Arc». Στα 1870 η πόλη πια αριθμεί περίπου 11.000 κατοίκους, έχει γίνει η πιο σημαντική ελληνική πόλη μετά την πρωτεύουσα. Και έχει αδιάψευστους μάρτυρες τη σιδηροδρομική γραμμή που τη συνδέει με την πρωτεύουσα, το λαμπρό κτίριο του Χρηματιστηρίου, το περίφημο Ρολόι / 1875, το πρώτο νοσοκομείο της πόλης, το Τζάνειο / 1875, αλλά και τα δύο ορφανοτροφεία, το Τζάννειο Ορφανοτροφείο Αρρένων και το Χατζηκυριάκειο Ορφανοτροφείο Θηλέων. Είναι η στιγμή που το σύνολο των Ελλήνων ιστορικών που ασχολήθηκαν τόσο με την ιστορία του Πειραιά όσο και με την ιστορία της εκβιομηχάνισης τοποθετούν την περίφημη «απογείωση της βιομηχανίας».

Στο ξεκίνημα του 20ού αιώνα ο Πειραιάς ήταν ήδη το σημαντικότερο βιομηχανικό κέντρο της χώρας και το πρώτο λιμάνι της. Αν και δεν είχαν περάσει παρά 65 χρόνια από την ίδρυσή του – σχεδόν από το μηδέν – στα 1833, τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα γνώρισε μεγάλη δημογραφική, οικονομική και οικιστική ανάπτυξη, αφού ήδη στις αρχές του 20ού αιώνα η πόλη αριθμούσε 75.000 κατοίκους.

Την ανάλαφρη περίοδο της Belle Epoque – που βρήκε την καλύτερη έκφρασή της στη δημιουργία και την ανάπτυξη του Νέου Φαλήρου – διαδέχθηκε, τη δεκαετία του 1920, η έλευση των μικρασιατών προσφύγων. Οι βιομηχανίες γέμισαν με νέα εργατικά χέρια – ειδικευμένα και φθηνά – και ο πληθυσμός της πόλης διπλασιάστηκε. Ο ρόλος των προσφύγων στην ανάπτυξη του Πειραιά υπήρξε καθοριστικός, όχι μόνο γιατί αύξησε θεαματικά τον πληθυσμό της πόλης από 133.482 το 1920 σε 251.659 το 1928, αλλά και γιατί διαμόρφωσε τη φυσιογνωμία του.

Το Κραχ του 1929 αποτυπώθηκε στην ελληνική οικονομία και με την τροχοπέδηση στην εξέλιξη της πειραϊκής οικονομίας. Οι συνέπειες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ιδιαίτερα καταστροφικές για την πόλη, που βομβαρδίστηκε κατ’ επανάληψη από τα γερμανικά και μία φορά, λίγο πριν από το τέλος του πολέμου, από τα συμμαχικά αεροπλάνα. Ο ιδιαίτερα σφοδρός βομβαρδισμός τον Ιανουάριο.1944 από την αγγλο-αμερικανική αεροπορία διέλυσε τον κοινωνικό και οικιστικό ιστό του Πειραιά προκαλώντας τεράστιες ζημιές στη βιομηχανική του υποδομή. Η αποδυνάμωση του πληθυσμού με τη μετακίνηση πολλών Πειραιωτών στην Αθήνα εξαιτίας του βομβαρδισμού και ο Εμφύλιος που ακολούθησε επέτειναν το πρόβλημα. Η πόλη άρχισε ουσιαστικά να βρίσκει τον ρυθμό της στις αρχές της δεκαετίας του 1950, με όλα τα προβλήματα της ανασυγκρότησης και της αστυφιλίας, από τα οποία υπέφεραν όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Το 1959, κατασκευάζεται ο πρώτος Ναυτικός επιβατικός σταθμός.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και τις αρχές του ’70 η πόλη έχασε πολλά από τα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας, της ταυτότητας και της κοινωνικής της συνοχής. Το 1976, η ναυτιλιακή έκθεση « Ποσειδώνια » μεταφέρθηκε στον Πειραιά, στον επιβατικό σταθμό του Ο.Λ.Π, Το 2004. ολοκληρώνεται με επιτυχία το πρόγραμμα Ολυμπιακής φιλοξενίας για την ασφαλή διανομή αθλητών και θεατών σε πλοία – πλωτά ξενοδοχεία στο λιμάνι του Πειραιά.



Λιμάνι – Τείχη και Πύλες του Πειραιά στην Αρχαιότητα

—Λιμάνι: Όπως προαναφέρθηκε σε προηγούμενη ενότητα η πόλη του Πειραιά είχε τρία φυσικά λιμάνια, το ”λιμάνι του Κανθάρου ή Κεντρικό λιμάνι” που ήταν το μεγαλύτερο, το ”λιμάνι της Ζέας”, σημερινό Πασαλιμάνι και το ”λιμάνι της Μουνιχίας” σημερινό Μικρολίμανο. Το κεντρικό λιμάνι είχε χωριστεί σε εμπορικό και πολεμικό με δυνατότητα φιλοξενίας έως και 400 πλοίων. Βρισκόταν μεταξύ του σημερινού κεντρικού λιμένα και της ακτής Μιαούλη και ονομαζόταν Κάνθαρος. Η είσοδος του από τη θάλασσα προστατευόταν από δύο μεγάλους πύργους οι οποίοι άφηναν μεταξύ τους μόνο ένα μικρό πέρασμα, το οποίο κάθε βράδυ έκλεινε με χοντρή αλυσίδα για λόγους ασφαλείας. Το λιμάνι του Κανθάρου εξυπηρετούσε και το εξαγωγικό εμπόριο των Αθηναίων, τα κυριότερα προϊόντα που διακινούνταν ήταν κρασί, ελαιόλαδο, μέλι και είδη αγγειοπλαστικής και μέταλλα από τα μεταλλεία του Λαυρίου. Το καθ’ αυτό πολεμικό λιμάνι ήταν το δεύτερο σε μέγεθος και το πιο νότιο, το λιμάνι Ζέας. Σε αυτό στηριζόταν η θαλασσοκρατορία του Αθηναϊκού κράτους με τους 196 νεωσοίκους / ταρσανάδες που ήταν τοποθετημένοι κυκλικά γύρω από την ακτογραμμή. Εδώ επισκευάζονταν και αρματώνονταν οι πολεμικές τριήρεις, ή ναυπηγούνταν νέες. Είχε σχήμα κυκλικό και η ονομασία του προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα από την «Ζέα Αρτέμιδα», θεότητα που λατρευόταν από το Δήμο του Πειραιά. Το τρίτο λιμάνι της Μουνιχίας το οποίο ήταν επίσης πολεμικό γιατί θεωρήθηκε ακατάλληλο για εμπορική κίνηση λόγω των απότομων ακτών. Είχε ωοειδές σχήμα και θέα την είσοδο του Σαρωνικού. Στο ”λιμάνι της Ζέας” και το ”λιμάνι της Μουνιχίας” ναυπηγήθηκε ο στόλος με τον οποίο οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν τους Πέρσες.

—Τείχη:

 Θεμιστόκλεια Τείχη / Ο Θεμιστοκλής το 493 π. Χ. ξεκίνησε την προσπάθεια για την οχύρωση του Πειραιά, γνωστή ως Θεμιστόκλεια οχύρωση. Το έργο συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε μετά τους Περσικούς πολέμους. Σήμερα τα αμυντικά τείχη είναι σχεδόν κατεστραμμένα. Μόνο σε ορισμένα σημεία, κυρίως στην περιοχή της Μαρίνας Ζέας, έχουν διατηρηθεί κάποια τμήματα.

 Κονώνειο τείχος / Κατά μήκος της Πειραϊκής Ακτής σώζονται σήμερα τμήματα του αρχαίου Κονώνειου τείχους, που χτίστηκε το 394 π.Χ. από τον Κόνωνα, καθώς και 22 τετράγωνοι πύργοι του, μερικοί εκ των οποίων έχουν αναστυλωθεί. Το τείχος εκείνη την εποχή ήταν ο παράκτιος τομέας των οχυρώσεων που σήμερα έχει χαρακτηριστεί ιστορικό μνημείο.

 Μακρά Τείχη / Βόρειο Φαληρικό και Μέσο ή Νότιο / Ο σκοπός κατασκευής των ήταν η σύνδεση της Αθήνας με το επίνειό της. Τα Μακρά Τείχη δημιουργούσαν έναν ασφαλή διάδρομο ανάμεσα στην Αθήνα και στον Πειραιά για τον πληθυσμό της Αττικής κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο.

—Πύλες:

 Πύλη του Άστεως / Ήταν η πιο δυτική πύλη, η οποία περικλείεται από τις οδούς Πύλης, Ομηρίδου, Σκυλίτση και Κολοκοτρώνη. Ο κύριος δρόμος για τις μεταφορές προς την Αθήνα περνούσε μέσα από τη πύλη του Άστεως.

 Μέση Πύλη / Ήταν κοντά στη πύλη του Άστεως, παρόμοια με το Δίπυλον της Αθήνας / δυτική πύλη αθηναϊκού τείχους, αλλά μικρότερη. Είχε κατασκευαστεί για διακίνηση χρησιμοποιώντας τον διάδρομο των Μακρών Τειχών.

Οι κύριες πύλες των οχυρώσεων βρίσκονταν στην είσοδο της σύγχρονης πόλης στην οδό του 34ου Συντάγματος.

 Ηετιώνεια Πύλη / Βρισκόταν στη βορεινή πλευρά του κύριου λιμένα του Κανθάρου, στην περιοχή της Δραπετσώνας. Το φρούριο της Ηετιωνείας κατασκευάστηκε με σκοπό τον έλεγχο του λιμανιού. Δύο τμήματα του τείχους ξεκινούσαν από αυτή την πύλη. Η πρώτη στα ανατολικά προς τον λιμένα. Η δεύτερη προς τον εξωτερικό λιμένα. Δύο ισχυροί κυκλικοί πύργοι της ελληνιστικής περιόδου ορθώνονταν στα πλευρά της πύλης. Το τείχος προστατευόταν από μια βαθιά τάφρο σκαμμένη μέσα στο βράχο.



Αρχαιολογικοί χώροι

— Θέατρο Ζέας: Βρίσκεται μέσα στο περίβολο του Αρχαιολογικού μουσείου του Πειραιά που χρονολογείται στην ελληνιστική εποχή. Έχει αρκετές ομοιότητες με το θέατρο του Διονύσου, στους πρόποδες της Ακρόπολης, αλλά είναι μεταγενέστερο, αφού κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ.. Ήταν εξολοκλήρου κτισμένο από πέτρα της Πειραϊκής χερσονήσου. Έχουν ανακαλυφθεί τα θεμέλια της σκηνής και των παρασκηνίων μαζί με την ορχήστρα και κάποια από τα θεωρεία.

— Σηράγγειο: Είναι σπήλαιο, ανακαλύφθηκε το 1897 και βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Καστέλλας, σε βραχώδη ακτή πάνω από τη θάλασσα, στη θέση «Βοτσαλάκια» γνωστό και ως «σπηλιά του Παρασκευά».Θεωρείται έργο των πρώτων κατοίκων της πόλης, των προϊστορικών Μινύων. Στην αρχαιότητα ο χώρος ήταν ιερός, αφιερωμένος στον τοπικό ήρωα Σήραγγο ο οποίος μάλλον ταυτίζεται με τον Γλαύκο, γιο του Ποσειδώνα και της νύμφης Ναΐδας.Τα σωζόμενα μωσαϊκά αποδεικνύουν πως ο χώρος έχει υποστεί μετατροπές στη Ρωμαϊκή περίοδο. Η υπόγεια αυτή σπηλιά εισχωρεί μέσα στο βράχο περίπου 12 μέτρα, κάτω από την παραλιακή λεωφόρο Βασ. Παύλου, όπου και βρίσκονται δύο αρχαίοι τάφοι. Η αίθουσα έχει κυκλικό σχήμα με διάφορα ψηφιδωτά. Στις δυο πλευρές της εισόδου υπάρχουν δυο ψηφιδωτά. Το ένα αναπαριστά τη Σκύλλα /τέρας της ελληνικής μυθολογίας και το άλλο έναν νέο σε άρμα με τέσσερις ίππους, ο οποίος κατά τον Ι. Αραγάτση είναι ο ήρωας Σήραγγος.

— Νεώσοικοι: Ήταν οι στεγασμένες παράκτιες εγκαταστάσεις συντήρησης και επισκευής των τριήρεων του αθηναϊκού στόλου, οι οποίες έπρεπε να ήταν πάντοτε αξιόμαχες για να διατηρήσει η Αθήνα την θαλάσσια κυριαρχία της. Βρίσκονταν επί της ακτής και στα τρία λιμάνια του Πειραιά / Κανθάρου, Ζέας, Μουνιχίας, και χρησιμοποιούνταν για τη φύλαξη των ανελκυόμενων πλοίων. Στους νεωσοίκους αυτούς που αποτελούσαν τμήματα των νεωρίων, παρέμεναν τα πλοία στη διάρκεια του χειμώνα και σε αυτούς επισκευάζονταν, ενίοτε δε και ναυπηγούνταν. Οι νεώσοικοι του Αττικού Ναύσταθμου ήταν συνολικά 372 κατανεμημένοι στα τρία λιμάνια του Πειραιά. Οι 94 στο κεντρικό εμπορικό λιμάνι του Κανθάρου, 82 στο λιμάνι της Μουνιχίας και 196 στο λιμάνι της Ζέας.

— Σκευοθήκη του Φίλωνος: Ήταν ένα τεράστιο σε μέγεθος οικοδόμημα, εντός του οποίου εκθέτονταν όλα τα κινητά μέρη και τα εξαρτήματα των πλοίων, όταν αυτά δεν βρίσκονταν εν πλω, όταν δηλαδή δεν επιχειρούσαν στη θάλασσα. Αυτή η ναυτική αποθήκη φιλοξενούσε ιστία, κουπιά, τέντες, σκάλες και κάθε είδους εξαρτήματα πλοίου για να μη φθείρεται, εκτεθειμένο στους ανέμους και στις βροχές, όταν τα πλοία δεν ενεργούσαν. Η σκευοθήκη εξυπηρετούσε δυο βασικές λειτουργίες. Η πρώτη ήταν η λειτουργία της «χρήσης», για την αποθήκευση των κινητών εξαρτημάτων των πλοίων όταν ξεχειμώνιαζαν, σύρονταν εντός των νεωσοίκων όπου παρέμειναν για προστασία κατά τη διάρκεια του χειμώνα, τότε τα εξαρτήματα αφαιρούνταν και αποθηκεύονταν στη σκευοθήκη. Η δεύτερη χρήση ήταν «σκοπού», αφού μέσω αυτής η Δημοκρατία επιδείκνυε τα προτερήματά της όπως η διαφάνεια και ο σεβασμός στο δημόσιο ταμείο. Για αυτό το λόγο εσωτερικά η Σκευοθήκη διέθετε έναν κεντρικό διάδρομο έτσι ώστε ο πολίτης να ελέγχει το περιεχόμενο της. Η σκευοθήκη έλαβε τον προσδιορισμό «του Φίλωνος» από τον σπουδαίο αρχιτέκτονα και κατασκευαστή της, Φίλωνα από την Ελευσίνα. Η κατασκευή ξεκίνησε το 347 π.Χ., ωστόσο ολοκληρώθηκε το 328π.Χ Η Σκευοθήκη του Φίλωνος ισοπεδώθηκε το 86 π.Χ. από τις ρωμαϊκές λεγεώνες.



Αρχαία πόλη του Πειραιά

— Ρωμαϊκές Αρχαιοτητες Τερψιθέας: Κατά τη διαδικασία κατασκευής του Δικαστικού Μεγάρου Πειραιά το 1980, στην πλατεία Ροντήρη, στη συνοικία Τερψιθέα, βρέθηκαν υπολείμματα οικιστικού οικοδομικού τετραγώνου, που χρονολογούνται από τους υστεροκλασικούς έως τους βυζαντινούς χρόνους, με καλύτερα σωζόμενη την κατοίκηση των ρωμαϊκών χρόνων. Αποκαλύφθηκαν τρεις από τις τέσσερις οικίες του Ιπποδάµειου τετραγώνου και οι στενοί δρόμοι / πλάτους 2,00 και 3,00 μ., που το πλαισίωναν προς το Βορρά και το Νότο. Στο κέντρο του οικοπέδου αποκαλύφθηκαν δύο ρωμαϊκές οικίες με κεντρική περίστυλη αυλή ή αίθριο. Η ανασκαφή του Δικαστικού Μεγάρου έδωσε ενδιαφέροντα ευρήματα: νομίσματα, πήλινα αγγεία / οικιακά σκεύη και αμφορείς, μια σειρά από όργανα στάθμισης και μέτρησης, όπως μαρμάρινα βάρη και μολύβδινα σταθµία, δύο σηκώµατα / μετρητές όγκων υγρών και επιγραφές, με πιο σημαντική ένα αγορανομικό κείμενο του 1ου αι. π.Χ.

— Ιπποδάμειος αγορά: Ο Ιππόδαμος ο Μιλήσιος / 498- 408 π.Χ, αρχιτέκτων, πολεοδόμος, φυσικός, μαθηματικός, μετεωρολόγος και φιλόσοφος. Το 460 π.Χ. όταν είχε γίνει ήδη γνωστός ως πολεοδόμος, ο Περικλής του ανέθεσε την εκπόνηση της πολεοδομικής μελέτης του Πειραιά και την επίβλεψη της κατασκευής. Η ”Πολεοδομική Μελέτη Πειραιώς” αποτέλεσε πρότυπο για όλες τις πόλεις της κλασσικής εποχής. Το σύστημα ρυμοτομίας του Ιππόδαμου βασιζόταν στη χάραξη παράλληλων δρόμων που τέμνονται κάθετα ώστε να δημιουργούνται οικοδομικά τετράγωνα και κανονικές πλατείες και ονομάστηκε ”Ιπποδάμειος νέμεσις”. Τα οικοδομικά είχαν χαραχθεί με ακρίβεια και χωρίστηκαν σε οικόπεδα ίσου εμβαδού. Οι δρόμοι ήταν ευθύγραμμοι και οι πλατείες ευρύχωρες, οι θέσεις των διοικητικών κτιρίων, των ναών και των κατοικιών ήταν καθορισμένες με ακρίβεια. Σχεδίασε την υδροδότηση, προέβλεψε κλίσεις στους δρόμους για την απομάκρυνση των νερών της βροχής και τοποθέτησε τους ναούς και τα δημόσια κτήρια σε περίβλεπτες και οχυρές θέσεις. Η ”Ιπποδάμειος Αγορά του Πειραιά” λεγόταν και ”Αγορά των Δημοτών”. Κατασκευάστηκε μεταξύ του λόφου της Μουνιχίας / σημερινή Καστέλλα και της βόρειας πλευράς του λιμανιού της Ζέας. Στην αγορά αυτή έφταναν τα εμπορεύματα από το εξωτερικό, αφού πληρωνόταν τέλος εκτελωνισμού ίσο με το 1/50 της αξίας τους. Η αγορά προοριζόταν μόνο για τους κατοίκους πέριξ του λιμένα Ζέας και Μουνιχίας και είχε οικογενειακό χαρακτήρα αστικής φύσεως. Υπήρχε και άλλη αγορά στο λιμάνι του Κανθάρου, στην οποία σύχναζαν ξένοι, ναυτικοί και όλες εκείνες οι κοινωνικές ομάδες που καθιστούν μια γειτονιά του λιμανιού κακόφημη. Η Ιπποδάμεια αγορά χρησιμοποιούνταν επίσης για τη συγκέντρωση των κατοίκων σε περίπτωση εξωτερικού κινδύνου. Αποτελούσε δε και τόπο συγκέντρωσης για την γνωστοποίηση δημοτικών αποφάσεων, καθώς και για την αντιμετώπιση ασθενειών. Την Ιπποδάμειο Αγορά κοσμούσαν μεγαλόπρεπα δημόσια κτίρια, όπως το ιερό της Εστίας, το Αγορανομείο, το Βουλευτήριο και το Στολαρχείο. Σήμερα, μεταξύ των οδών Χαριλάου Τρικούπη, 2ας Μεραρχίας και Σωτήρος, εκεί όπου βρισκόταν η αγορά, δεν σώζεται τίποτα που να προδίδει την αίγλη του παρελθόντος.



Κορυφαία αξιοθέατα Πειραιά

— Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος: Πρόκειται για το μεγαλύτερο μουσείο της χώρας στο είδος του. ιδρύθηκε το 1949 και βρίσκεται στη Μαρίνα Ζέας. Στις δέκα μεγάλες αίθουσές του ιστορείται η μακρά ναυτική παράδοση της χώρας μέσα από 2.500 εκθέματα. Παρουσιάζεται η εξέλιξη του ελληνικού ναυτικού από την προϊστορία μέχρι σήμερα. Εκτίθεται μοντέλα σκαφών υπό κλίμακα, μακέτες, ναυτικά σύνεργα κ.λ.π. από την αρχαιότητα μέχρι το 1821 και από την επική δράση του πολεμικού μας ναυτικού τον 20ο αιώνα μέχρι το σύγχρονο θαύμα της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας. Υπάρχει πλούσια συλλογή 10.000 τόμων και ενδιαφέρον φωτογραφικό αρχείο. Στο προαύλιό χώρο έχουν τοποθετηθεί γλυπτά και σημαντικά υπαίθρια εκθέματα, όπως ο πυργίσκος του ιστορικού υποβρυχίου « Παπανικολής », άγκυρες πλοίων της εποχής της Ναυμαχίας του Ναβαρίνου, καθώς και ναυτικός οπλισμός-εξοπλισμός διαφόρων ιστορικών περιόδων.

— Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά: Σε ένα ανακαινισμένο κτίριο στο Πασαλιμάνι στεγάζονται ευρήματα που μαρτυρούν τη σπουδαία ιστορία της πόλης κατά την αρχαιότητα. Σ’ αυτό φυλάσσονται αρχαιολογικά ευρήματα που προέρχονται κυρίως από την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά και την Αττική παραλία και αφορούν την μυκηναϊκή έως και τη ρωμαϊκή εποχή. Μερικά από αυτά είναι ιδιαίτερα σπάνια, όπως τα περίφημα χάλκινα αγάλματα του Απόλλωνα, της Αθηνάς και της Αρτέμιδος / βρέθηκαν το 1959, στη συμβολή των οδών Φίλωνος και Βασ. Γεωργίου Α΄, το εντυπωσιακό μνημείο της Καλλιθέας / 4ου αιώνα π.Χ., τα ειδώλια του μυκηναϊκού ιερού κορυφής των Κυθήρων και του μυκηναϊκού ιερού των Μεθάνων. Το αρχαιότερο χυτό άγαλμα στον Ελλαδικό χώρο, έναν κούρο αφιερωμένο στο θεό Απόλλωνα, δυο αγάλματα της Αρτέμιδος κι ένα θεατρικό τραγικό προσωπείο, όλα ορειχάλκινα έργα του 4ου αιώνα π.Χ. Εκτίθεται επίσης και ο μαρμάρινος λέων του Μοσχάτου, ο οποίος ήταν επιτύμβιο ανάθημα, το ταφικό μνημείο του Νικήρατου / πρόκειται για ταφικό ναΐσκο με δυο ιωνικούς κίονες και τρία ανεξάρτητα αγάλματα και ένα χάλκινο έμβολο μήκους 0,8 μέτρων, από Αθηναϊκή τριήρη του 4ου αιώνα π.Χ. Οι συλλογές του είναι ευρήματα ανασκαφών και δωρεές ιδιωτικών συλλογών όπως των Μελετοπούλου – Νομίδου και Γερουλάνου. Στις δραστηριότητες του περιλαμβάνονται η οργάνωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, διαλέξεων και άλλων πολιτιστικών εκδηλώσεων.
—Δημοτική Πινακοθήκη: Στεγάζεται στο αναστηλωμένο κτίριο του ταχυδρομείου της πόλης, ένα κομψό νεοκλασικό των αρχών του 20ου αιώνα. Άρχισε να λειτουργεί το 1957 αρχικά ως τμήμα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης και από το 1985 ως ανεξάρτητο τμήμα. Στην πλούσια συλλογή της περιλαμβάνονται 837 πίνακες γνωστών νεοελλήνων ζωγράφων όπως των Βυζαντίου, Γεραλή, Μαλέα, Βολανάκη, Λύτρα κ.ά. καθώς και πολλών νεότερων καλλιτεχνών. Επίσης στεγάζεται η συλλογή 80 γλυπτών του Γ. Καστριώτη (1899-1969), έργα του λαϊκού καλλιτέχνη Σ. Λαζάρου (1916-19880), η συλλογή Πάνου Αραβαντινού και η δωρεά προσωπικών αντικειμένων του σπουδαίου Έλληνα ηθοποιού Μάνου Κατράκη. Στο κτίριο διοργανώνονται περιοδικές εκθέσεις τέχνης ομιλίες και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις.

— Ινστιτούτο Ιστορίας Εμπορικής Ναυτιλίας: Λειτουργεί ως αυτοτελής υπηρεσία του Υπουργείου Ναυτιλίας και και Νησιωτικής Πολιτικής. Η ιστορία του Μουσείου Εμπορικής Ναυτιλίας ξεκινάει το 1982. Παρουσιάζονται μοντέλα από κωπήλατα, ιστιοφόρα, παραδοσιακά αιγαιοπελαγίτικα σκαριά, επιβατικά και σύγχρονα δεξαμενόπλοια μαζί με ναυτικά κειμήλια, θαλασσογραφίες και παλαιές στολές δυτών και άλλων ναυτικών ειδικοτήτων. Η εκτεταμένη συλλογή των αντιγράφων πλοίων περιλαμβάνει μοντέλα από την αρχαϊκή εποχή μέχρι και σήμερα. Στις αίθουσες της Διαρκούς Εκθέσεως του Ινστιτούτου Ιστορίας Εμπορικής Ναυτιλίας προβάλλεται η ιστορία του ελληνικού εμπορικού στόλου και η κυρίαρχη θέση του στην παγκόσμια ναυτιλία.

—Δημοτικό Θέατρο: Αποτελεί ένα διαχρονικό σύμβολο της πόλης του Πειραιά, ένα από τα σημαντικότερα θέατρα της Ελλάδας κι ένα αληθινό αρχιτεκτονικό στολίδι νεοκλασικού ύφους. Η απόφαση για την ανέγερσή του πάρθηκε επί Δημαρχίας Τρύφωνα Μουτσόπουλου – μεγαλέμπορος και δήμαρχος Πειραιά από 1874-1883 και 1895-1903. Τα σχέδια εκπόνησε ο Πειραιώτης αρχιτέκτονας Ι. Λαζαρίμος. Οι πρώτες εκσκαφές, τον Απρίλιο του 1884, έφεραν στο φως σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία δίχασαν την τότε επιστημονική κοινότητα.

Σύμφωνα με τον Ιάκωβο Δραγάτση, Γραμματέα και Σύμβουλο της Αρχαιολογικής Εταιρείας, και Έφορο των αρχαιοτήτων του Πειραιά, επρόκειτο για τμήματα του αρχαίου ναού του Διονύσου ενώ ο συγγραφέας Γεώργιος Ζαννέτος υποστήριξε ότι ήταν μια από τις πέντε στοές που υπήρχαν κατά την αρχαιότητα στον Πειραιά. Το έργο ολοκληρώθηκε μετά από 12 χρόνια επί δημαρχίας Θεόδωρου Ρετσίνα το 1895.

Μορφολογικά το Δημοτικό Θέατρο είναι επηρεασμένο από τη Γερμανική σχολή που εκπροσωπούσε ο Ερνέστος Τσίλλερ / Γερμανός αρχιτέκτονας από τη Σαξονία. Έργα του βρίσκουμε στη Βιέννη και στην Ελλάδα, κατά τον 19ο και 20ο αιώνα. Έχει ορθογώνιο σχήμα, με διαστάσεις 34 Χ 45 μ. Το προπύλαιο της εισόδου έχει τέσσερις Κορινθιακούς κίονες χωρίς ραβδώσεις και αετώματα. Η αίθουσα σε σχήμα πετάλου έχει πλατεία θεωρεία και εξώστες, σε τέσσερα επίπεδα και χωρητικότητα 1300 θέσεων. Διαθέτει επίσης καμαρίνια και καθιστικό για τους ηθοποιούς. Η σκηνή του θεάτρου με διαστάσεις 20 Χ 14 μ. διαθέτει προσκήνιο και χώρο ορχήστρας. Την αίθουσα φώτιζε τεράστιος πολυέλαιος / σώζεται και σήμερα, που λειτουργούσε με γκάζι. Γύρω από το πέταλο της κεντρικής αίθουσας βρίσκεται το διώροφο φουαγιέ, στο οποίο αρχικά δίνονταν χοροεσπερίδες φιλανθρωπικών συλλόγων και πραγματοποιούνταν εκθέσεις σπουδαίων ζωγράφων. Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, κάνει τα επίσημα εγκαίνιά του, την Κυριακή του Θωμά στις 9 Απριλίου 1895, στις 10.30 το πρωί, μετά “περισσής λαμπρότητας”. Μετά την τελετή των εγκαινίων και μέχρι το απόγευμα η φιλαρμονική του Δήμου έπαιζε διάφορα από τα γνωστότερα μουσικά κλασικά κομμάτια μπροστά στο χώρο του θεάτρου που είχε διαμορφωθεί έτσι ώστε να μπορούν με ευκολία να παρκάρουν οι “βικτώριες άμαξες” και τα λεγόμενα “Βιζ-α-βί”, λεωφορεία της εποχής. Για την αρτιότερη λειτουργία του, στις 21 Οκτωβρίου 1898, το Δημοτικό Συμβούλιο, αποφασίζει την παραλαβή «εκ του εν Τεργέστη καταστήματος ενδυμασιών των κουστουμιών δια τις παραστάσεις του μελοδράματος» αλλά και «την κατασκευή 400 τροχαλιών δια τα σκηνικά του Θεάτρου». Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, έδωσε πολιτιστική πνοή στον Πειραιά ενώ τα επόμενα χρόνια το όνομά του ταυτίστηκε με την ιστορία της πόλης και φυσικά την ιστορία της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ειδικότερα όταν πραγματοποιήθηκε ο αποκλεισμός του Πειραιά από τις δυνάμεις του Αντάντ, το Θέατρο αλλά και ο χώρος γύρω απ’ αυτό, κατελήφθησαν από τους Γάλλους στρατιώτες που συμμετείχαν στον αποκλεισμό της πόλης. Για δύο χρόνια φιλοξένησε Μικρασιάτες πρόσφυγες καθώς η πόλη δεν είχε άλλες υποδομές για το σκοπό αυτό ενώ ο βομβαρδισμός του Πειραιά από τους συμμάχους στις 11 Ιανουαρίου του ’44, έπληξε μεγάλο μέρος του οικοδομήματος.

Έχουν γίνει πολλές προσπάθειες επισκευών και συντήρησης άλλοτε επιτυχείς και άλλοτε όχι. Ενδεικτικά το 1927 επί δημαρχίας Παναγιωτόπουλου, το 1946 επί δημαρχίας Χαραλαμπόπουλου, το 1962 επί δημαρχίας Ντεντιδάκη, το 1968 επί δημαρχίας Σκυλίτση. Το 1980 ανακηρύχθηκε προστατευόμενο μουσείο με υπουργική απόφαση. Το 2006 η συνολική αποκατάστασή του εντάχθηκε στο Γ΄ κοινοτικό πλαίσιο στήριξης υπό την εποπτεία του Υπουργείου Πολιτισμού. Οι εργασίες αποκατάστασης ξεκίνησαν το 2008 και το έργο παραδόθηκε το 2013. Σπουδαίοι σκηνοθέτες και ηθοποιοί έδειξαν και δίδαξαν το ταλέντο τους στη σκηνή του. Θεωρείται το σημαντικότερο σωζόμενο θεατρικό κτίριο του 19ου αιώνα. Οι θεατές μπορούν να απολαύσουν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον πρόγραμμα με παραστάσεις από το διεθνές και ελληνικό δραματολόγιο, συναυλίες, εκθέσεις, διαδραστικό θέατρο, ξεναγήσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα κ.α. Πρόκειται για ένα σύγχρονο θέατρο, ικανό να φιλοξενήσει μουσικές παραστάσεις υψηλών προδιαγραφών αλλά και παράλληλες δράσεις παίζοντας σημαντικό ρόλο στη πολιτιστική ζωή της πόλης, συνδέοντας την Αθήνα με το πρώτο λιμάνι της χώρας αλλά και τον Πειραιά με τα λιμάνια της Μεσογείου

— Βεάκειο Θέατρο: Το δημοτικό, ανοιχτό θέατρο του Πειραιά βρίσκεται σε προνομιακή τοποθεσία, στο λόφο του Προφήτη Ηλία της Καστέλας με μοναδική θέα στη θάλασσα. Κατασκευάστηκε το 1969, επί δημαρχίας Αριστείδη Σκυλίτση και γι’ αυτό αρχικά είχε ονομαστεί ”Σκυλίτσειο θέατρο”. Συγκεκριμένα στις 20 Ιουνίου του 1969 έγιναν τα εγκαίνιά του με παράσταση τις όπερας «Ναμπούκο» του Βέρντι, από την Εθνική Λυρική Σκηνή. Πρόκειται για ένα θερινό ανοιχτό θέατρο με αμφιθεατρική διάταξη και χωρητικότητα 2000 θεατών. Το 1976 μετονομάστηκε σε «Βεάκειο» θέατρο με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, προς τιμήν του μεγάλου Έλληνα ηθοποιού Αιμίλιου Βεάκη (1884-1951), που είχε γεννηθεί στον Πειραιά. Στο θέατρο δεν υπάρχει μόνιμος θίασος και ο χώρος ενοικιάζεται περιστασιακά σε εταιρείες θεάτρου, καθώς και σε άλλους καλλιτέχνες. Δεν υπάρχει συγκεκριμένο ρεπερτόριο, αλλά δίνονται παραστάσεις αρχαίου δράματος και σύγχρονων έργων, παραστάσεις για παιδιά, ενώ πραγματοποιούνται συναυλίες, μουσικές και χορευτικές εκδηλώσεις, καθώς και παραστάσεις θεάτρου σκιών.
— Πλωτό Μουσείο Hellas Liberty / The Greek Shipping Miracle: Αποτελεί ένα από τα τρία εναπομείναντα πλοία Liberty παγκοσμίως από τα περίπου 2720 που κατασκευάστηκαν κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το οποίο η κυβέρνηση των ΗΠΑ δέχθηκε να δωρίσει προς την ελληνική κυβέρνηση το 2007. Το πλοίο έφθασε ρυμουλκούμενο στον Πειραιά τον Ιανουάριο του 2009, ενώ οι εργασίες αποκατάστασής του στην αρχική του μορφή ολοκληρώθηκαν τον Ιούλιο του 2010.

Μετά την ολοκλήρωση των, πλαγιοδέτησε σε θέση /προβλήτα ΣΙΛΟ, που παραχωρήθηκε από τον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς για τη μόνιμη εγκατάστασή του και τη λειτουργία του ως μουσείο. Το κτίριο του SILO, το οποίο έκλεισε, θα μετατραπεί σε Εθνικό Ναυτικό Μουσείο και Μουσείο Ενάλιων Αρχαιοτήτων και θα ενταχθεί στο γενικό σχεδιασμό της Πολιτιστικής Ακτής Πειραιά, ενώ ήδη έχει εγκριθεί το αρχιτεκτονικό του σχέδιο.

Έτσι, με απόφαση του Ο.Λ.Π το πλοίο εντάσσεται στο σύνολο της υπό δημιουργίας πολιτιστικής ακτής του Πειραιά και του Εθνικού Ναυτικού Μουσείου και θα συντηρείται πλέον από τον Όμιλο Φίλων του «Liberty». Το συμβολικό όνομα «Liberty» δόθηκε σε μια κατηγορία φορτηγών πλοίων 10.000 τόνων περίπου, τα οποία σχεδιάστηκαν κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο Ηνωμένο Βασίλειο και κατασκευάστηκαν σε ναυπηγεία των ΗΠΑ, με σκοπό να καλύψουν την ανάγκη των συμμαχικών δυνάμεων σε κάθε είδος αγαθών όπως πολεμικά οχήματα, τρόφιμα στρατιωτών και άλλα απαραίτητα εφόδια στη μάχη κατά των Ναζί. Μετά τη λήξη του πολέμου, το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ αποφάσισε να διατηρήσει ως εφεδρικά κάποια από αυτά τα πλοία, ενώ τα υπόλοιπα διατέθηκαν προς πώληση σε τρίτες χώρες. 98 τέτοια πλοία αποκτήθηκαν από Έλληνες εφοπλιστές, κάτι που συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην ανάδειξή της σε μία από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες θαλάσσιες δυνάμεις. Στο κύτος του Πλωτού Μουσείου έχουν δημιουργηθεί σύγχρονοι χώροι εκθέσεων και συνεδρίων, ενώ από τις μόνιμες εκθέσεις, που τιμούν την ελληνική ναυτιλία και δοξάζουν τον Έλληνα ναυτικό, ο επισκέπτης θα κατανοήσει με τα προβαλλόμενα στοιχεία τη σημαντικότερη πηγή πλούτου για τη χώρα. Το μουσείο έχει επιμεληθεί ένα βίντεο που προβάλλεται στους επισκέπτες του και το οποίο δείχνει όλη τη ρυμούλκηση και επισκευή του πλοίου, καθώς και μία σύντομη ιστορία του πλοίου που πρόσφερε τα μέγιστα στη νίκη των συμμάχων κατά των Γερμανών. Το Πλωτό Μουσείο ως πολιτιστική πλέον οντότητα, διδάσκει και κάτι πολύ περισσότερο και που προφανώς ήταν και ο στόχος όλων των χορηγών του, και κυρίως του αείμνηστου Βασίλη Κωνσταντακόπουλου.Τη διαχρονική προσφορά της Ναυτιλίας και των ανθρώπων της, είτε είναι εφοπλιστές, είτε απλοί ναυτικοί. Αυτό άλλωστε αναδεικνύεται και στη μόνιμη έκθεση που φιλοξενείται σε ένα από τα τρία διαμορφωμένα σε εκθεσιακούς χώρους μεγάλα αμπάρια. Εκεί ο επισκέπτης παίρνει πολύτιμες πληροφορίες για τη Ναυτιλία από το 1870 με τα περίπου 5.000 ιστιοφόρα, για το πρώτο ατμόπλοιο το 1873, έως και σήμερα, ενώ οι επιδόσεις των εφοπλιστών τις τελευταίες δεκαετίες είναι εντυπωσιακές.

Όλες αυτές οι πληροφορίες προβάλλονται στο πλωτό μουσείο. Ωστόσο, πέρα από τις πληροφορίες υπάρχουν πολύ ενδιαφέροντα εκθέματα. Βλέπει κανείς τους παλιούς ασυρμάτους που είναι άψογα διατηρημένοι στο θάλαμο του ασυρματιστή, τη γέφυρα με τα παλιά όργανα, βλέπει την έκθεση με την εξέλιξη των πυξίδων, και άλλων εκθεμάτων της εποχής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο επισκέπτης μπορεί παράλληλα μέσα από το φωτογραφικό υλικό και τη περιήγηση στο πλοίο να φανταστεί «σε κινηματογραφικές συνθήκες» πώς ήταν η μεταφορά εμπορευμάτων αλλά και στρατιωτών από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη με ένα πλοίο που σχεδιάστηκε να πλέει ανάμεσα στα γερμανικά υποβρύχια που εκτόξευαν τορπίλες σε οτιδήποτε έπλεε την εποχή εκείνη.

— Το Λιοντάρι Πειραιά: Δεσπόζει σήμερα στο τέλος της Ακτής Ξαβερίου κοιτάζοντας προς το κεντρικό λιμάνι, είναι πιστό αντίγραφο παλαιότερου μαρμάρινου αγάλματος που εκλάπη το 1687 από τον Ενετό Ναύαρχο Φραντσέσκο Μοροζίνι, Δόγη της Δημοκρατίας της Βενετίας από το 1688 -1694. Το πρωτότυπο που σήμερα βρίσκεται στον Ναύσταθμο της Βενετίας, δέσποζε για αιώνες σε μια περίβλεπτη θέση του λιμανιού και ήταν ο λόγος που ο Πειραιάς τον Μεσαίωνα ονομαζόταν Πόρτο Λεόνε από τους Λατίνους και Ασλάν Λιμάνι από τους Οθωμανούς. Οι αρχαιολόγοι δεν έχουν καταλήξει ως προς την χρονολογία κατασκευής του πρωτότυπου λιονταριού, αλλά μοιάζει πολύ με το τρόπαιο που έστησαν οι Μακεδόνες στη Χαιρώνεια. Στο σώμα του έχουν χαραχτεί σίγουρα μεταγενέστερα ρουνικά σύμβολα, για τα οποία δεν υπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες. Λέγεται ότι τα χάραξαν Βαράγγοι μισθοφόροι, δηλαδή Σκανδιναβοί στρατιώτες οι οποίοι βρέθηκαν στον Πειραιά το 1018 με την ακολουθία του Βυζαντινού αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου. Ο πρώτος Έλληνας που ασχολήθηκε με τη μετάφραση των επιγραφών ήταν ο Ανδρέας Μουστοξύδης. Έλληνας λόγιος και πολιτικός των Επτανήσων του 19ου αιώνα. Προσπάθειες για την επιστροφή του λιονταριού έχουνε γίνει από πολύ παλιά χωρίς όμως αποτελέσματα.

— Μουσείο Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου Πειραιά: Οφείλει τη γέννηση του στον Μανώλη Φωτόπουλο, ο οποίος ήταν υπάλληλος του ΗΣΑΠ / Ηλεκτρικοί Σιδηρόδρομοι Αθηνών Πειραιώς. Μετά τη συνταξιοδότησή του άρχισε να ψάχνει σε αποθήκες, μάντρες, παλαιοπωλεία, ακόμα και σε σκουπίδια από καθαρισμούς αποθηκών, οτιδήποτε θα του ήταν χρήσιμο για το μελλοντικό μουσείο. Έτσι συγκεντρώθηκαν παλαιές στολές, βιβλία, φωτογραφίες και άλλα αντικείμενα. Όταν συγκεντρώθηκε αρκετό υλικό, του παραχωρήθηκε ο χώρος που στεγάζεται έως σήμερα μέσα στο σταθμό του Πειραιά. Εκεί θα δούμε πάνω από 1250 εκθέματα ανάμεσά τους στολές, σηματοδότες, μακέτες, ηλεκτρικούς πίνακες, με το πιο σημαντικό να είναι ένα ολόκληρο ξύλινο βαγόνι, το οποίο αναπαλαιώθηκε και τοποθετήθηκε στο ισόγειο του μουσείου.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι το μουσείο δεν έχει χρηματοδότηση από το κράτος, ενώ συγχρόνως η είσοδος σε αυτό είναι δωρεάν. Δημιουργήθηκε και κατάφερε να λειτουργεί έως σήμερα, από τα 2000€ που συγκεντρώνουν κάθε μήνα από τη σύνταξη τους, τα μέλη του σωματείου συνταξιούχων ΗΣΑΠ. Ιδρύθηκε το 2005.



— Μουσείο του Ολυμπιακού: Κάθε μεγάλος σύλλογος, όπως ο Ολυμπιακός, οφείλει να σέβεται και να αναδεικνύει την ιστορία του ειδικά όταν είναι γεμάτη τίτλους, διακρίσεις και επιτυχίες. Στο Μουσείο ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τρόπαια, φωτογραφίες από την ίδρυση της ομάδας μέχρι σήμερα, πορτραίτα των περισσοτέρων ποδοσφαιριστών που έχουν φορέσει τη φανέλα του Ολυμπιακού, αντικείμενα που έχουν γράψει ιστορία στο παλαιό «Γεώργιος Καραϊσκάκης», αλλά και στο νέο γήπεδο, όπως μπάλες, παπούτσια, γάντια τερματοφύλακα και ιστορικές φανέλες της μεγαλύτερης ομάδας στην Ελλάδα. Στο Μουσείο υπάρχουν πολλά κειμήλια και από άλλα αθλήματα στα οποία ο Ολυμπιακός διακρινόταν και διακρίνεται όπως κωπηλασία, πάλη, μπάσκετ, πυγμαχία.

— Μόνιμη Έκθεση / Ναυτική Συλλογή – Συλλογή Nelson / Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη: Αποτελείται από επιμέρους συλλογές θεματολογίας σχετικής με τη θάλασσα και τη ναυτιλία. Περιλαμβάνει σπάνια ναυτικά όργανα, ιατρικά εργαλεία και αντικείμενα που φέρονταν στα πλοία των προηγούμενων αιώνων, αντικείμενα που ανασύρθηκαν από ναυάγια, στολές δυτών των αρχών του 20ού αιώνα, φυσικά θαλάσσια ευρήματα, πίνακες και έργα τέχνης, περιηγητικούς χάρτες, εκδόσεις προηγούμενων αιώνων σχετικές με τη ναυτιλία, καθώς και το αρχείο του υδροβιολόγου Δρος Κωνσταντίνου Λασκαρίδη για την ιχθυολογία, την ωκεανογραφία και όλους τους τομείς της αλιείας.

— Ιστορική Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη: Η «βιβλιοθήκη βιβλιοθηκών»,από την ίδρυσή της το 2013, συγκεντρώνει, διασώζει και προβάλλει τις βιβλιοθήκες σπουδαίων προσωπικοτήτων των γραμμάτων, των τεχνών και των επιστημών. Διαφυλάττει έναν πολύ μεγάλο όγκο βιβλιογραφίας κυρίως ελληνικού ενδιαφέροντος, με σκοπό να τον καταστήσει προσβάσιμο στους ερευνητές αλλά και στο ευρύ κοινό.

— Δανειστική Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη:Ένας σύγχρονος και φιλόξενος χώρος υποδέχεται καθημερινά μικρούς και μεγάλους που ζητούν ένα φιλικό περιβάλλον όπου μπορούν να διαβάσουν, να ενημερωθούν για τις τελευταίες εκδόσεις, να συναντήσουν συγγραφείς, να μελετήσουν αλλά και να απολαύσουν ένα ρόφημα παρέα με το αγαπημένο τους βιβλίο.
Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη: Είναι ένας κοινωφελής πολιτιστικός φορέας με πολυσχιδή δραστηριότητα. Συστάθηκε την άνοιξη του 2007 με Προεδρικό Διάταγμα. Ιδρυτές του είναι ο Πάνος και η Μαριλένα Λασκαρίδη. Σκοπός του Ιδρύματος είναι η λειτουργία του ως κέντρου αριστείας για την προαγωγή, σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο, του ελληνικού πολιτισμού γενικώς και ιδιαίτερα των ελληνικών γραμμάτων και της ιστορικής και ναυτικής έρευνας.


Λιμάνι Πειραιά από τα σημαντικότερα εμποροναυτιλιακά και διεθνή κέντρα κρουαζιέρας

Ο Πειραιάς είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας και ένα από τα σημαντικότερα εμποροναυτιλιακά κέντρα της Μεσογείου. Από παλαιά ήταν ζωτικής σημασίας για τη χώρα, καθώς συνέδεε τα νησιά με την ηπειρωτική Ελλάδα και μέσω αυτού, διεξαγόταν ο μεγαλύτερος όγκος μεταφορών. Συνέβαλε σημαντικά στην τοπική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά. Επίσης η συμβολή της οικονομικής δραστηριότητας του λιμανιού στην εθνική οικονομία είχε ιδιαίτερα σημαντικό μέγεθος. Σήμερα στο λιμάνι αναπτύσσονται πολλαπλές δραστηριότητες μεταξύ των οποίων το εμπόριο με την ευρύτερη έννοια, η εξυπηρέτηση και μεταφορά επιβατών, η εξυπηρέτηση πλοίων, η ανάπτυξη και εκμετάλλευση χερσαίων εκτάσεων προσκείμενων στο λιμάνι. Επομένως αποτελεί ένα σημαντικό διεθνές κέντρο κρουαζιέρας, πυρήνας διαμετακομιστικού εμπορίου για την ευρύτερη Μεσόγειο, και γενικότερα κόμβο διεθνών μεταφορών εξυπηρετώντας πλοία κάθε τύπου και μεγέθους. Η γεωγραφική θέση του λιμανιού το καθιστά λιμάνι στρατηγικής σημασίας, καθώς αποτελεί σημείο συνάντησης τριών ηπείρων: Ασίας, Αφρικής, Ευρώπης και κύρια πύλη εισόδου στην ενιαία αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η στρατηγική θέση του λιμανιού είναι ίσως το σημαντικότερο πλεονέκτημά του. Επιπρόσθετα, βρίσκεται πολύ κοντά στους διεθνείς θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους ”Κίνα – Ρότερνταµ”. Επίσης, είναι το μόνο Ευρωπαϊκό λιμάνι στην Ανατολική Μεσόγειο με τις απαραίτητες υποδομές για την εξυπηρέτηση του διαμετακομιστικού εμπορίου. Απέχει μόλις δέκα χιλιόμετρα από το εμπορικό κέντρο της Αθήνας και αποτελεί την κύρια πύλη εισαγωγών και εξαγωγών της χώρας. Η σημασία της θέσης του λιμανιού του Πειραιά είναι μεγάλη και για την ειδικότερη περιοχή των Βαλκανίων. Είναι σαφές λοιπόν ότι όλα τα πλεονεκτήματα του λιμανιού, καθιστούν τον Πειραιά ένα ελκυστικό επενδυτικό προορισμό. Ο οικονομικός αντίκτυπος μίας επένδυσης μπορεί να συμβάλει δραστικά στη οικονομική ανάπτυξη τόσο της περιοχής του Πειραιά και των περιχώρων αλλά και σε ολόκληρη την Ελληνική οικονομία. Η εγγύτητα του Πειραιά με το Σουέζ, που αποτελεί το σημείο εισόδου των ασιατικών εισαγωγών στην Ευρώπη, και η σιδηροδρομική του διασύνδεση με το εθνικό και ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο, μειώνει το χρόνο αρκετές ημέρες μέχρι τα ασιατικά εμπορεύματα που κατευθύνονται στην κεντρική Ευρώπη, να φτάσουν τον προορισμό τους.

Τον καθιστά έτσι την προτιμώμενη «πύλη» εισόδου στην της Ευρωπαϊκή Ένωση για το ασιατικό εμπόριο. Λόγω των πολλών οφελών που απορρέουν από τη Ναυτιλία είναι πολύ σημαντικό για ένα κράτος να επενδύσει και να αναπτύξει τα λιμάνια του. Έτσι και στη περίπτωση του Πειραιά το κράτος αποφάσισε να εκσυγχρονίσει το λιμάνι το οποίο έχει πολλά πλεονεκτήματα τα οποία το καθιστούν ένα ελκυστικό λιμάνι για επενδύσεις με ένα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα αυτό της γεωγραφικής του θέση ως σημείο συνάντησης των τριών ηπείρων: Ασίας, Αφρικής και Ευρώπης. Ως εμποροναυτιλιακο κέντρα της Μεσογείου συνεισφέρει σημαντικά στη διεθνή σταθερότητα και ασφάλεια. Η κρουαζιέρα είναι ένας τομέας που τα τελευταία είκοσι χρόνια έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον, παγκοσμίως. Ένας τρόπος να επιτευχθεί το μέγιστο κέρδος από αυτόν, είναι τα λιμάνια αφετηρίας / homeports. Ο προορισμός από όπου ξεκινάει και καταλήγει το δρομολόγιο του το πλοίο, έχει πολλαπλάσια οικονομικά οφέλη, σε σχέση με τα λιμάνια προορισμού. Η Ελλάδα είναι ένας από τους δημοφιλέστερους προορισμούς της Ανατολικής Ευρώπης, με το λιμάνι του Πειραιά να αποτελεί ένα από τα 25 μεγαλύτερα λιμάνια κρουαζιέρας παγκοσμίως.

Αποτελεί ένα από τα παλαιότερα λιμάνια της Μεσογείου και είναι χαρακτηρισμένο ως υβριδικό/επιβατικό-εμπορικό. Σήμερα βρίσκεται πρώτο σε επιβατική κίνηση για τη χώρα σημειώνοντας πολλά εκατομμύρια επισκέπτες. Για την Ελλάδα είναι το κύριο λιμάνι ολόκληρης της χώρας και διαθέτει τις ανάλογες υποδομές. Το λιμάνι παρέχει πλήρεις υπηρεσίες στο επιβατικό κοινό από τους τρεις επαρκώς εξοπλισμένους τερματικούς σταθμούς. Πιο συγκεκριμένα οι σταθμοί έχουν κλιματιζόμενους χώρους, συστήματα ελέγχου επιβατών και επισκευών, υπηρεσίες τσεκ-ιν, εφαρμογή του κώδικα ασφαλείας ISPS, καταστήματα με ενθύμια, αφορολόγητα, τράπεζα συναλλάγματος, δωρεάν ίντερνετ, καταστήματα εστίασης και λεωφορεία δωρεάν μετακίνησης στους χώρους πρόσδεσης με λεωφορεία του Οργανισμού Λιμένα Πειραιά όπου έχει και την διαχείριση του. Έχει την δυνατότητα και τις υποδομές να φιλοξενήσει κάποια από τα μεγαλύτερα κρουαζιερόπλοια, /χωρητικότητας 5.000 επιβατών, με μήκος +300 μέτρα που έχουν σκοπό να προσδεθούν σε αυτόν, είτε ως λιμένα αφετηρίας, είτε ως προορισμού. Κατέχει 11 θέσεις ταυτόχρονης πρόσδεσης πλοίων.

Όσον αφορά στην βιωσιμότητα του λιμένα και το περιβαλλοντικό του αποτύπωμα, έχουν ληφθεί μέτρα για την καταπολέμηση της εκπομπής ρύπων και την εναρμόνιση με τις ευρωπαϊκές οδηγίες όπως::

 Οι λιμενικές υπηρεσίες κρουαζιερόπλοιου έχουν πιστοποιηθεί σύμφωνα με το πρότυπο ISO 14001 από το μητρώο Lloyds

 Σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης πιστοποιημένο σύμφωνα με το Σύστημα Περιβαλλοντικού Ελέγχου Λιμένων /PERS / Port Environmental Review System.  Πιστοποίηση ως λιμένα “ECOPORT” αφορά περιβαλλοντική πρωτοβουλία στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θαλάσσιων Λιμένων / ESPO / European Sea Ports Organisation /  Εφαρμογή προγραμμάτων παρακολούθησης της ποιότητας του περιβάλλοντος

 Εγκαταστάσεις παραλαβής όλων των κατηγοριών αποβλήτων από τα πλοία  Ταχύτερη εναλλαγή και περιβαλλοντικά οφέλη μέσω του μόνιμου δικτύου υποδοχής

Συμπέρασμα

Σήμερα ο Πειραιάς είναι το μεγαλύτερο και σημαντικότερο λιμάνι της Ελλάδας, εξυπηρετώντας περίπου 8,3 εκ. επιβάτες (στοιχεία Eurostat 2022). Παράλληλα έχει γίνει το μεγαλύτερο λιμάνι πολλαπλών χρήσεων στη Μεσόγειο και το τέταρτο μεγαλύτερο λιμάνι πολλαπλών χρήσεων στην Ευρώπη. Συνδέεται άμεσα με 75 λιμάνια 30 χωρών εκ των οποίων 18 ευρωπαϊκές, 7 ασιατικές και 5 αφρικανικές Έχει επίσης αναδειχθεί σε ένα από τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα λιμάνια εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο. Η ετήσια χωρητικότητά του σε διακίνηση έχει ανέλθει στο υψηλό ρεκόρ των +5,1 εκατ. εμπορευματοκιβωτίων / TEUs, καταλαμβάνοντας την 26η θέση παγκοσμίως. Έχει επίσης δημιουργήσει περισσότερες από 3.000 άμεσες και 10.000 έμμεσες θέσεις εργασίας, συνεισφέροντας άμεσα περισσότερο από 1,4 δισ. ευρώ στην τοπική οικονομία. Με τη σημαντική αναβάθμιση του λιμανιού η οικονομική του αξία εκτιμάται στο 1,56% του ΑΕΠ. Επιπλέον, η ισχυρή ανάπτυξη της κρουαζιέρας του λιμανιού το 2023, με 760 κρουαζιέρες και +1,5 εκατ. τουρίστες, έχει προωθήσει αποτελεσματικά την ανάκαμψη του ελληνικού τουριστικού τομέα, προσφέροντας τεράστια οικονομικά οφέλη στην περιοχή. Εν τούτοις, ο Πειραιάς στις αρχές του 21ου αιώνα καλείται να αντιμετωπίσει μια σειρά από σοβαρά προβλήματα – ανεργία νέων, έλλειψη χώρων στάθμευσης, χώροι για άθληση, κίνηση στους δρόμους, επανασχεδιασμός οδικών αξόνων, έλλειψη πρασίνου, περιβαλλοντικά ζητήματα – που θα μπορούσαν, με σημαντικές παρεμβάσεις, να του επιτρέψουν να ανακτήσει την παλιά του αίγλη, το ανθρώπινό του πρόσωπο και την οικονομική θέση που του ανήκει ως του σημαντικότερου τουριστικού και εμποροναυτιλιακού κέντρου της Ανατολικής Μεσογείου. Οι αναφορές στη δυνητική συμβολή των τομέων της Ναυτιλίας και του Τουρισμού στην Ελληνική οικονομία έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια. Οι δύο αυτοί τομείς συνδυάζουν την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας με την εξωστρέφεια και αποτελούν σημαντικούς πυλώνες πάνω στους οποίους μπορεί να στηριχθεί η Ελληνική οικονομία στην προσπάθεια ανάκαμψης



Του Πλοιάρχου Λ.Σ ε.α Δημητρίου Κουκουβίνου —