Η Μικρασιάτισσα Μάνα της Μυτιλήνης |
10 Μαΐου – Ημέρα της μητέρας
Με αφορμή τη σημερινή ημέρα θα ανατρέξω σε ένα παλιότερό μου άρθρο που έγραψα πριν δύο
χρόνια και που ακόμα παραμένει επίκαιρο.
«Ημέρα της μητέρας σήμερα. Και γιατί όχι και γιορτή της
μητέρας μιας και η δυτικόφερτη συνήθεια μας παρέσυρε κι εμάς τους Έλληνες να
την υιοθετήσουμε ήδη από το 1960, παρόλο που η εκκλησία μας τη γιορτάζει
επίσημα στις 2 Φεβρουαρίου κάθε χρόνο, που είναι και η γιορτή της Υπαπαντής.
Φυσικά δεν είναι κακό να τιμούμε τη
μητέρα ακόμη μια επίσημη μέρα, κάθε δεύτερη δηλαδή Κυριακή του Μάη, καθώς έχει θεσπιστεί
παγκοσμίως και καλώς επράχθη. Να την τιμούμε όμως με την καρδιά μας και όχι με
το πορτοφόλι μας. Δυστυχώς δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι έχει καταντήσει
γιορτή καταναλωτισμού όπως και πολλές άλλες παρόμοιες. Και αντί να
αναλογιζόμαστε το λόγο για τον οποίο θεσπίστηκε αρχικώς να την τιμούμε,
καταλήξαμε να τη γιορτάζουμε ασυναίσθητα χωρίς να γνωρίζουμε τελικά γιατί τη
γιορτάζουμε.
Δεν είναι κακό να ανατρέξουμε πίσω στην ιστορία. Αφού μας
έγινε αυτοκόλλητο πια το κινητό, ας το αξιοποιήσουμε και λίγο για τη σωστή
ενημέρωσή μας. Ας διαβάσουμε λοιπόν για το ποια ήταν η Anna Jarvis, ποιες ήταν
οι δράσεις της για την προώθηση της ειρήνης, της δημοκρατίας και της ισότητας
των δύο φύλων και γιατί το National Geographic θεωρεί τη συγκεκριμένη ημέρα ως
ημέρα μνήμης και πένθους.
Και αφού μάθουμε τελικώς γιατί γιορτάζουμε τη μέρα τούτη ας
τιμήσουμε τη μητέρα όπως πραγματικά της αξίζει, με αγάπη κι ειλικρίνεια,
προσφέροντάς της όχι λουλούδια, αλλά μια καρδιά γεμάτη όμορφα συναισθήματα.»
Τέλος θα σας αναρτήσω κι ένα ποίημά μου από την πρώτη μου
ποιητική συλλογή με τίτλο «Μίλα μου γι’ αγάπη» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις
«Άλφα πι»
Είναι παράξενος ο κόσμος τούτος, μάνα.
Χρόνια τα χρόνια μου περνούν από μπροστά μου,
σαν χελιδόνια του Μαγιού να μου θυμίσουν
μιαν άνοιξη καινούρια πως με κλέβει.
Μα ’ναι το βλέμμα μου αγέρας, με σκορπάει
σε μονοπάτια σκοτεινά μιας ξένης νιότης,
μιας ξεχασμένης παιδικής ψυχής συνήθεια,
που όμορφα, νοσταλγικά μακριά κυλάει.
Κι είναι παράξενος ο κόσμος τούτος, μάνα,
κι εγώ παράξενα στον κόσμο αυτόν βαδίζω.
Σέρνομαι, χάνομαι, δειλός και τρομαγμένος,
πιόνι αόρατου χεριού και πώς αλλάζω.
Ψάχνω το χέρι σου στην αγκαλιά μου μέσα,
ψάχνω να το βρω στην καρδιά μου φυλαγμένο,
όπως παιδί στο χάδι του περιπλανιόμουν,
μα δεν το βρίσκω, δεν το βρίσκω.
Ξέρω σε πόνεσα πολύ, το ξέρω, φταίω.
Δάκρυ το δάκρυ μου κυλά και πώς κρυώνω.
Γείρε κοντά μου να σε δω, μη φεύγεις, στάσου!
Κι αν παραπάτησα μπροστά σου γονατίζω.
Είναι παράξενος ο κόσμος τούτος, μάνα,
και στο ταξίδι του πολλά τα μονοπάτια.
Χάθηκα στις κακοτοπιές και τρέμω, κοίτα!
Μικρός κι αδύναμος τη μοίρα μου να ορίσω.
Μα ξέρω είσαι εδώ, το
νιώθω, πάντα,
ακοίμητος φρουρός κοντά μου στέκεις,
τα βράδια μου εσύ τα νανουρίζεις
και με προσέχεις, με προσέχεις.
Δύναμη κλέβω και μεθώ κοντά σου, μάνα.
Πάλι στο πλάι σου τον κόσμο ζωγραφίζω,
ουράνιο τόξο, που μετά την καταιγίδα
πανιά ανεμίζω και προχωρώ.
Πηγή: www.symels.gr